Μια διαφορετική ερμηνεία
της κρίσης χρέους που ταλανίζει την Ευρώπη παρουσιάζουν τα στοιχεία για την
εξέλιξη του δημόσιου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος, που δόθηκαν
στην δημοσιότητα από την Eurostat στις 23 Απριλίου 2012.
Πρόκειται για μια
στατιστική καταγραφή που δίνεται στην δημοσιότητα κάθε χρόνο τον Απρίλιο,
αποτελώντας το σημείο αναφοράς για πολιτικούς και τεχνοκράτες στην Ευρώπη και
διεθνώς.
Στην προ διετίας εν λόγω
έρευνα, για παράδειγμα, αυτή που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2010, το δημόσιο
χρέος της Ελλάδας για το 2009 εμφανιζόταν στο 115,1%. Ακόμη δεν είχαν
εφαρμοστεί τα μαγειρέματα που επέτρεψαν στη συνέχεια την εκτίναξη του δημόσιου
χρέους και παρουσίαση της προσφυγής στον μηχανισμό ΔΝΤ – ΕΕ ως μονόδρομο. Όταν
ολοκληρώθηκε η «δημιουργική λογιστική» με ευθύνη όχι μόνο της προερχόμενης από
το ΔΝΤ διορισμένης διοίκησης της ΕΛ.ΣΤΑΤ αλλά και της Eurostat, στην έκθεση του
2011, το δημόσιο χρέος για το επίμαχο έτος, το 2009, «πέταξε» στο 127,1%!!!
Παρότι λοιπόν η πολιτική
είναι παρούσα και οι χειρισμοί οργιάζουν, τα ευρήματα της Eurostat έχουν την
δική τους σημασία.
Το πρώτο και σημαντικότερο
είναι πως η κρίση χρέους συνεχίζεται αμείωτη.
Στην ευρωζώνη των 17 από
70,1% του ΑΕΠ που ήταν το δημόσιο χρέος το 2008, το 2011 έφθασε το 87,2%.
Στην ΕΕ των 27 από 62,5% έφθασε το 82,5% του
ΑΕΠ για την ίδια περίοδο.
Η πλειοψηφία μάλιστα των
κρατών μελών της ΕΕ, και συγκεκριμένα 14 χώρες, έχει δημόσιο χρέος ανώτερο του
60%, που σύμφωνα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ αποτελεί την διαχωριστική γραμμή.
Οι χώρες που την παραβιάζουν είναι οι εξής: Ολλανδία (65,2%), Ισπανία (68,5%),
Κύπρος (71,6%), Μάλτα (72%), Αυστρία (72,2%), Ουγγαρία (80,6%), Γερμανία
(81,2%), Αγγλία (85,7%), Γαλλία (85,8%), Βέλγιο (98%), Πορτογαλία (107,8%),
Ιρλανδία (108,2%), Ιταλία (120,1%) και Ελλάδα (165,3%).
Φαίνεται επομένως πως
είκοσι χρόνια μετά την υιοθέτηση του «σιδηρού κανόνα» για το δημόσιο χρέος και
το δημοσιονομικό έλλειμμα (60% και 3%), η εφαρμογή τους εξακολουθεί να αποτελεί
άπιαστο όνειρο όχι μάλιστα μόνο για τις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης, αλλά
ακόμη για την Γερμανία και τις χώρες που αποτελούσαν ανέκαθεν δορυφόρους της,
όπως η Αυστρία και η Ολλανδία.
Η αύξηση του δημόσιου
χρέους δεν αποτελεί ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα.
Μόλις πριν λίγες μέρες,
στις 21 Απριλίου, η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, παρουσίασε την
κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με το δημόσιο χρέος στο σύνολο του προηγμένου
κόσμου: «Στις ανεπτυγμένες οικονομίες, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ
αναμένεται να αγγίξει το 109% τον επόμενο χρόνο, πάνω από το 75% που ήταν το
2007.
Αυτός είναι ο μεγαλύτερος
καταγεγραμμένος λόγος χρέους για περισσότερα από 130 χρόνια, με μοναδική
εξαίρεση την βραχυχρόνια συσσώρευση χρέους μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πως φτάσαμε ως εδώ;», συνεχίζει η διάδοχος του Ντομινίκ Στρος Καν. «Κυρίως λόγω
της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Η άμεση επίπτωση της κρίσης ερμηνεύει τα δύο
τρίτα της ανόδου του λόγου χρέους μεταξύ των 20 ανεπτυγμένων χωρών».
Αυθαίρετη η επίθεση
Στο πλαίσιο της παραπάνω
ερμηνείας, που συμβαδίζει με τα γεγονότα, φαίνεται πόσο προκατειλημμένη,
μεροληπτική και υστερόβουλη ήταν η επίθεση που εξαπολύθηκε στην Ελλάδα, με
αφορμή την άνοδο του δημόσιου χρέους που παρατηρήθηκε την ίδια χρονική περίοδο.
Με άλλα λόγια, οι
επιθέσεις στους δημοσίους υπαλλήλους για τις υψηλές αποδοχές τους, τις ΔΕΚΟ,
και το «γενναιόδωρο» υποτίθεται κράτος πρόνοιας της Ελλάδας, πολύ συχνά με την
συμμετοχή κι ελληνικών μέσων ενημέρωσης, συσκότισε το γεγονός ότι η άνοδος του
δημόσιου χρέους ήταν μια διεθνής τάση οφειλόμενη μεταξύ άλλων στην πτώση των
φορολογικών εσόδων.
Στη συνέχεια η παρουσίαση
της αύξησης του δημόσιου χρέους ως ελληνικής ιδιαιτερότητας άνοιξε τον δρόμο
για την ενοχοποίηση του ελληνικού λαού που επέτρεψε την επιβολή της θεραπείας –
σοκ, η οποία προφανώς θα συνεχιστεί και μετά τις εκλογές.
Στα ίδια οι δαπάνες
Το πόσο άστοχες
επιστημονικά και άδικες κοινωνικά ήταν οι επιθέσεις στο «σπάταλο ελληνικό
κράτος» και το υπερδιογκωμένο ελληνικό δημόσιο, φαίνεται από μια άλλη παράμετρο
που παρουσιάζεται στην στατιστική μελέτη της Eurostat.
Αφορά την συγκριτική
εξέταση ανά χώρα των δημοσίων δαπανών και των εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Είναι
ένα αξιόπιστο μέτρο για να φανεί αν ένα δημόσιο είναι «υπερδιογκωμένο» ή όχι κι
επίσης, σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη μέλη, πού εν τέλει έγκειται η διαφορά κι
η αιτία της κρίσης. Σημείο αφετηρίας υπ’ αυτό το πρίσμα είναι πως στην ευρωζώνη
των 17 οι δημόσιες δαπάνες αντιπροσωπεύουν το 49,3% του ΑΕΠ και τα δημόσια
έσοδα το 45,2% του ΑΕΠ. Με βάση την φιλολογία των τελευταίων ετών, ότι οι αθρόες
κοινωνικές παροχές προκάλεσαν την κρίση χρέους (ερμηνεία που εμφανίζει ως
αυτονόητη λύση την πολιτική της λιτότητας) θα περίμενε κανείς πως στις τρεις
χώρες που επιβλήθηκε η χημειοθεραπεία των Μνημονίων οι δημόσιες δαπάνες θα
είναι σημαντικά υψηλότερες του μέσου όρου (49,3%). Δεν παρατηρείται ωστόσο κάτι
τέτοιο! Σημαντικά υψηλότερες δαπάνες εμφανίζουν χώρες που δεν έχουν πληγεί
καθόλου από την κρίση χρέους όπως η Δανία (57,9%), η Γαλλία (55,9%) και η
Φινλανδία (54%)! Αντίθετα, Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία εμφανίζουν δημόσιες
δαπάνες γύρω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο: 50,1%, 48,7% και 48,9%, αντίστοιχα.
Η διαφορά αντίθετα
βρίσκεται στην πλευρά των δημοσίων εσόδων με τις τρεις παραπάνω κλυδωνιζόμενες
χώρες να εμφανίζουν σημαντικά χαμηλότερα έσοδα από το μέσο όρο (45,2%).
Ειδικά,
τα δημόσια έσοδα Ελλάδας, Ιρλανδίας και Πορτογαλίας αντιστοιχούν στο 40,9%,
35,7% και 44,7% του ΑΕΠ τους. Κατά συνέπεια αν η δημοσιονομική κρίση που έπληξε
τις παραπάνω χώρες το 2010 και το 2011 έπρεπε να αποδοθεί σε μια αιτία, αυτή θα
έπρεπε να είναι η πλευρά των εσόδων, σε διαμετρικά δηλαδή αντίθετη κατεύθυνση
απ’ αυτήν που ιεραρχούν ελληνικές κυβερνήσεις και Τρόικα, που είναι η πλευρά
των δαπανών.
Δεν είναι επομένως καθόλου τυχαία και η αύξηση που καταγράφει το
δημόσιο χρέος όχι μόνο γενικά, ως μέσος όρος στην ΕΕ των 27 ή στην ευρωζώνη των
17, αλλά και στις τρεις χώρες που επιβλήθηκαν τα Μνημόνια: Στην Ελλάδα όπου το
δημόσιο χρέος από 115% του ΑΕΠ το 2009 εκτινάχθηκε το 2011 στο 165,3%, στην
Ιρλανδία που για την ίδια περίοδο από 65,1% έφτασε το 108,2% και στην
Πορτογαλία που από 83,1% έφτασε το 107,8%.
Λιτότητα και περικοπές επομένως
αυξάνουν το δημόσιο χρέος και δεν το μειώνουν