Δευτέρα 21 Μαΐου 2012

ΟΙ ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ



Η κρίση της Eυρωζώνης μετατρέπεται σε κρίση της δημοκρατίας, καθώς η βούληση των ψηφοφόρων συγκρούεται με την ισχύ των αγορών

Στο βιβλίο του «Μετά το Έθνος - Κράτος», που εκδόθηκε το 2000, ο Γερμανός στοχαστής Γιούργκεν Χάμπερμας διατύπωσε ορισμένες σκέψεις, οι οποίες στο φως της σημερινής κρίσης της Eυρωζώνης μοιάζουν προφητικές:

«Ο εξοστρακισμός της πολιτικής από την αγορά μεταφράζεται στο γεγονός ότι το εθνικό κράτος χάνει βαθμιαία τη δυνατότητά του να επιβάλλει δασμούς, να αναζωογονεί την οικονομική ανάπτυξη και κατ' αυτόν τον τρόπο να σταθεροποιεί τις βάσεις της κοινωνικής του νομιμοποίησης (...). Αντιμέτωπες με τη διαρκή απειλή της διαφυγής κεφαλαίων, οι εθνικές κυβερνήσεις μπαίνουν σε μια τρελή κούρσα κατεδάφισης των κρατικών, προστατευτικών μέτρων και μείωσης του κόστους εργασίας. Αποτέλεσμα είναι η συσσώρευση εξοργιστικών προνομίων για τους λίγους, η διεύρυνση σε πρωτοφανή βαθμό των εισοδηματικών ανισοτήτων, η αύξηση της ανεργίας και η κοινωνική περιθωριοποίηση ολοένα και μεγαλύτερου πληθυσμού φτωχών».

Η ανατροπή 12 Ευρωπαίων προέδρων και πρωθυπουργών από την έναρξη της κρίσης, το 2008, και ιδιαίτερα οι πρόσφατοι εκλογικοί σεισμοί σε Ελλάδα, Γαλλία, Ιταλία και Ρηνανία - Βεστφαλία διαμηνύουν ότι η κρίση του ευρώ μετατρέπεται σε κρίση του πολιτικού συστήματος, κρίση εξουσίας. Μία μετά την άλλη, οι κυβερνώσες πλειοψηφίες «λιώνουν σαν παγωτά κάτω από τον ήλιο», έγραφαν τις προάλλες οι Financial Times. «Ο Ντε Γκωλ αναρωτιόταν πώς θα μπορούσε κανείς να κυβερνήσει μια χώρα που φτιάχνει 246 διαφορετικά τυριά, αλλά η διακυβέρνηση μιας ηπείρου με ένα μόνο νόμισμα αποδεικνύεται ακόμη δυσκολότερο έργο», σχολίαζε στο κύριο άρθρο του ο Guardian.

Προβλέποντας με ακρίβεια το πολιτικό τσουνάμι που επρόκειτο να πλήξει την Ευρώπη, ο Βόλφγκανγκ Στρικ, διευθυντής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ στην Κολωνία, έκανε λόγο το περασμένο φθινόπωρο, από τις στήλες του περιοδικού New Left Review, για «κρίση του δημοκρατικού καπιταλισμού». Ο Γερμανός κοινωνιολόγος προειδοποιούσε ότι, σε συνθήκες γενικευμένης λιτότητας, έρχονται σε σύγκρουση οι δύο θεμελιώδεις αρχές των μεταπολεμικών, ευρωπαϊκών κοινωνιών: Η αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της ελεύθερης αγοράς και η ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών μέσω του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος.

   «Οι αγορές έχουν αρχίσει να υπαγορεύουν με πρωτοφανείς τρόπους σε κατ' όνομα κυρίαρχα και δημοκρατικά κράτη τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν» γράφει ο Στρικ. «Οι ίδιοι οίκοι αξιολόγησης, που εδρεύουν στο Μανχάταν και έπαιξαν βασικό ρόλο στην καταστροφή των χρηματαγορών, απειλούν σήμερα να υποβαθμίσουν κρατικά ομόλογα (...) Αποτέλεσμα είναι οι πολίτες να βλέπουν τις κυβερνήσεις τους όχι σαν εκπροσώπους της δικής τους βούλησης, αλλά ως πράκτορες άλλων κρατών ή διεθνών οργανισμών, σαν το ΔΝΤ ή την Ε.Ε.». Η ανάλυση του Στρικ τελείωνε με μια δυσοίωνη πρόβλεψη: «Στον βαθμό που οι ψηφοφόροι δεν έχουν πραγματικά περιθώρια επιλογής, μπορεί να αντιμετωπίσουν τις εκλογές ως φάρσα, κάτι που ενδέχεται να προκαλέσει κάθε είδους πολιτική αταξία, από την αποχή και την άνοδο λαϊκιστικών κομμάτων, μέχρι και εξεγέρσεις στους δρόμους».

Δυστυχώς, αντί να εξαγάγει τα οφθαλμοφανή συμπεράσματα από αυτό που η γαλλική Le Monde αποκαλεί «εξέγερση των ψηφοφόρων», το κυρίαρχο τμήμα των ελίτ έχει αποδυθεί σε μια προσπάθεια «να βάλει μυαλό» στις «καθυστερημένες» μάζες μέσω ενός είδους οικονομικής τρομοκρατίας. Με άρθρο του στη Wall Street Journal, ο εκδότης της γερμανικής Die Zeit, Γιόζεφ Γιόφε, χαρακτήρισε την ψήφο Γάλλων και Ελλήνων ως «ευρωπαϊκή εξέγερση εναντίον της πραγματικότητας», υποστηρίζοντας ότι «οι νικητές των εκλογών είναι εκείνοι που φώναζαν: Σταματήστε τον κόσμο, θέλουμε να κατέβουμε»!

Σε μια ανάλογη εκδήλωση ολιγαρχικής περιφρόνησης των πολιτών, ο Economist χαρακτήρισε την ετυμηγορία των Ελλήνων «σπασμό μανίας» και σκιαγράφησε το σενάριο που δεν αποκλείεται να εκτυλιχθεί εν όψει των νέων εκλογών του Ιουνίου: Διακοπή της χρηματοδότησης από ΔΝΤ - Ε.Ε., αδυναμία καταβολής μισθών και συντάξεων - «μια προοπτική που μπορεί να φέρει τους ψηφοφόρους στα σύγκαλά τους». Η ιστοσελίδα του βρετανικού περιοδικού προσέθετε, επικαλούμενη Ελληνα πρώην υπουργό: «Ισως θα έπρεπε να δούμε τα χθεσινά αποτελέσματα ως τον πρώτο γύρο των εκλογών, όπου ο κόσμος εκτονώθηκε, ενώ στον δεύτερο γύρο θα ψηφίσει σύμφωνα με τα πραγματικά του συμφέροντα». Θα δούμε...


Περί εκτροπής 
Το μέγα ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν η συνέχιση της δρακόντειας λιτότητας οδηγεί όχι μόνο σε οικονομικό αδιέξοδο, αλλά και σε κάποιου είδους απολυταρχική εκτροπή. Χαρακτηριστικά, οι Irish Times, σε κύριο άρθρο τους, σημείωναν:

«Η Ελλάδα δικαιούται τη συμπάθεια και την αλληλεγγύη της Ε.Ε., την αναγνώριση της δημοκρατικής επιλογής της και των επικίνδυνων συνεπειών που θα είχε η εγκατάλειψη οποιουδήποτε κράτους, συμπεριλαμβανομένης της ανόδου φασιστικών κινημάτων ή ακόμη και σκέψεων για στρατιωτικό πραξικόπημα». Στο ίδιο μήκος κύματος, το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel παραλλήλιζε την ταπείνωση που υφίσταται η Ελλάδα σήμερα με εκείνη που υπέστη η Γερμανία με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, επισείοντας τον κίνδυνο να προκύψει «μια τεταμένη κατάσταση, που θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα σε στρατιωτικό πραξικόπημα».

Εκφράζοντας τη γνώμη πολλών που θεωρούν ότι η σημερινή πορεία της Ευρώπης είναι αυτοχειριαστική, ο Ζαν - Πολ Φιτουσί, οικονομικός σύμβουλος του νέου προέδρου της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ, δήλωσε με συνέντευξή του σε ιταλική εφημερίδα: «Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο είναι τρέλα για δύο λόγους: δεν συμβάλλει καθόλου στην αντιμετώπιση του χρέους και υπονομεύει την εθνική μας δημοκρατία, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για την άνοδο του εξτρεμισμού». Τίποτα μέχρι στιγμής δεν υποδηλώνει, ωστόσο, ότι παρόμοιες εκκλήσεις βρίσκουν ευήκοα ώτα στο πραγματικό κέντρο βάρους της σημερινής Ευρώπης, το Βερολίνο.

Σε ρόλο πολιτικού πειραματόζωου η Ελλάδα
Μέχρι την περασμένη Κυριακή η Ελλάδα αντιμετωπιζόταν ως οικονομικό πειραματόζωο της Ευρωζώνης. Μετά την ανατροπή που έφεραν οι εκλογές, φαίνεται ότι αρκετοί θα ήθελαν να δουν τη χώρα μας στον νέο ρόλο του πολιτικού πειραματόζωου: Το ριψοκίνδυνο στοίχημα είναι να «συνετισθεί» το εκλογικό σώμα, αφού προηγουμένως τιμωρηθεί με κάποιο οικονομικό σοκ που θα δημιουργήσει έκρυθμη κοινωνική κατάσταση, προς γνώσιν και συμμόρφωσιν των υπολοίπων, δυνητικά απείθαρχων Ευρωπαίων.

 Το σκεπτικό όσων υποστηρίζουν σενάρια καταστροφής συνοψίζεται ως εξής: Η Ελλάδα δεν είναι Αργεντινή, δεν εξάγει σχεδόν τίποτα, έχει μεγάλο πρωτογενές έλλειμμα, επομένως δεν θα μπορεί να πληρώνει μισθούς και συντάξεις αν οι Ευρωπαίοι της κόψουν τα δάνεια. Αν λοιπόν φύγουμε από το Μνημόνιο, θα αναγκαστούμε να φύγουμε και από το ευρώ, κάτι που σημαίνει οικονομική καταστροφή και κοινωνική διάλυση - κάτι τόσο αυτονόητο, όσο τα αξιώματα της Ευκλείδειας Γεωμετρίας. ΄Η μήπως όχι;

Πρώτα απ' όλα, όσο και αν ο κ. Σόιμπλε διαμηνύει ότι η Ευρωζώνη δεν φοβάται ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας γιατί έχει ήδη θωρακιστεί απέναντι σ' αυτό το ενδεχόμενο, είναι αμφίβολο αν το πιστεύει στ' αλήθεια ή αν πρόκειται για πόλεμο νεύρων με την Αθήνα. Πολλοί είναι αυτοί που εκτιμούν ότι, με βάση το χάλι των ισπανικών τραπεζών και την εύθραυστη κατάσταση όχι μόνο της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, αλλά και της Ιταλίας, ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας θα μπορούσε να πυροδοτήσει φαινόμενο ντόμινο απρόβλεπτης έκτασης και έντασης. Ηδη, ο οίκος Fitch προειδοποίησε ότι, αν βγει η Ελλάδα από το ευρώ, θα υποβαθμίσει σειρά ευρωπαϊκών χωρών, ακόμη και τη Γαλλία.

   Αναφορικά με το πρωτογενές έλλειμμα (αυτό δηλαδή που θα πρέπει να καλύψουμε αν κάνουμε στάση πληρωμών), σύμφωνα με τα εντελώς πρόσφατα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους είναι αυτή τη στιγμή 1,68 δισ. ευρώ και προβλέπεται μέχρι το τέλος της χρονιάς να έχει μειωθεί σε 1,089 δισ. Μιλάμε δηλαδή για ένα ποσό που αντιστοιχεί σε 100 μόλις ευρώ κατά κεφαλή - όχι και τόσο τρομερό όσο συνήθως ακούμε.

 Έπειτα, όπως έγραψε τη βδομάδα που πέρασε ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, η Ελλάδα του σήμερα, με όλα τα προβλήματά της, έχει περισσότερες εξαγωγές, σε σύγκριση με το ΑΕΠ, από ό,τι είχε η Αργεντινή όταν έκανε στάση πληρωμών και αποδεσμεύτηκε από το δολάριο. Και αν η Αργεντινή είχε κυρίως βιομηχανικές και αγροτικές εξαγωγές, οι δύο βασικές βιομηχανίες της Ελλάδας είναι η ναυτιλία και ο τουρισμός, ο οποίος θα ωφεληθεί αμέσως από ένα λιγότερο σκληρό νόμισμα.

Ακόμη και σε φιλελεύθερα έντυπα, όπως οι Financial Times του Λονδίνου, οι ενθαρρυντικές φωνές προς την Ελλάδα ακούγονται ολοένα και ισχυρότερες. Ιδού τι έγραφε, την επομένη των εκλογών, ο Βόλφγκανγκ Μίνχαου:

«Ακολουθώντας το πρόγραμμα Ε.Ε. - ΔΝΤ, η Ελλάδα θα καταλήξει σε δέκα χρόνια ύφεσης, αναπόδραστη έξοδο από το ευρώ και πιθανόν κατάρρευση της Δημοκρατίας. Θεωρώ την προσέγγιση του κ. Τσίπρα πολύ ριψοκίνδυνη. Αλλά αντιλαμβάνομαι γιατί οι Ελληνες θα τον ψήφιζαν. Η θέση του είναι οπωσδήποτε περισσότερο λογική από εκείνη του κεντρώου κατεστημένου υπέρ της λιτότητας, που δεν μπορεί να προσφέρει προοπτική οικονομικής ανάπτυξης».

Και ζήλια;
Περισσότερο προωθημένος, ο οικονομολόγος Αρβίντ Σουμπραμανιάν έγραψε στην ίδια εφημερίδα άρθρο με τίτλο «Η έξοδος της Ελλάδας μπορεί να προκαλέσει ζήλια στην Ευρωζώνη»! Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι, αν και οι άμεσες συνέπειες από την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα θα είναι οδυνηρές, η ανάκαμψη θα έρθει γρήγορα, θα είναι δυναμική και θα διαρκέσει πολλά χρόνια. Η ανάλυσή του καταλήγει ως εξής:

«Η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως παρίας που μολύνει την Ευρωζώνη, αλλά η έξοδός της μπορεί να την καταστήσει πολύ μεγαλύτερη απειλή για την επιβίωση του κοινού νομίσματος. Αν η εγκατάλειψη του ευρώ δημιουργήσει συνθήκες ζωηρής ανάκαμψης στην Ελλάδα, το μοντέλο μπορεί να αποδειχθεί μεταδοτικό. Η ελληνική τραγωδία μπορεί τελικά να μην εξελιχθεί με τόσο οδυνηρό τρόπο για τους Έλληνες, αλλά να φέρει την πραγματική τραγωδία στην Ευρωζώνη και στο ίδιο το ευρωπαϊκό σχέδιο».

Περί κυβερνήσεων «τεχνοκρατών»
 Μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκδηλώσεις της πολιτικής κρίσης που πλήττει την Ευρώπη είναι ο σχηματισμός κυβερνήσεων «τεχνοκρατών», μη εκλεγμένων, όπως η κυβέρνηση Μόντι.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός υπήρξε στέλεχος της Goldman Sachs, της Coca Cola και του οίκου αξιολόγησης Moody's, ο οποίος εξόργισε τους Ιταλούς υποβαθμίζοντας 26 τράπεζες της χώρας τους. Επί πλέον, υπήρξε επικεφαλής του ευρωπαϊκού βραχίονα της Τριμερούς Επιτροπής -ανωτάτου επιπέδου think tank των ελίτ ΗΠΑ, Ευρώπης και Ιαπωνίας- και στέλεχος του Ατλαντικού Συμβουλίου. Αποστολή του τελευταίου είναι «να προωθήσει την εποικοδομητική αμερικανική ηγεσία και εμπλοκή στις διεθνείς υποθέσεις» και σημαίνον στέλεχός του ο Χένρι Κίσινγκερ.

Όπως γράφει στο τελευταίο της τεύχος η γαλλική Le Monde Diplomatique, μεταξύ των υπουργών της κυβέρνησης Μόντι ξεχωρίζουν: ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης Κοράντο Πασέρα, γενικός διευθυντής της εταιρείας Intesa San Paolo, η υπουργός Εργασίας Ελσα Φορνέρο, αντιπρόεδρος της ίδιας εταιρείας, ο υπουργός Παιδείας και Ερευνας Φραντσέσκο Προφούμο, στέλεχος της τράπεζας UniCredit και Telecom Italia, ο υπουργός Τουρισμού και Αθλητισμού Πιέρο Γκνούντι, στέλεχος της UniCredit και ο συντονιστής του κοινοβουλευτικού έργου Πιέρο Τζιάρντα, αντιπρόεδρος της τράπεζας Banco Popolare και μέλος της διοίκησης της Pirelli.

Ιnfo
- Geoffrey Geunes, «Les marches ont un visage», Le Monde Diplomatique, Mai 2012.
- Wolfgang Streek, «Markets versus Voters», New Left Review, Sept/Oct 2011.
- Guy Hermet, «L' Hiver de la Democratie ou le Nouveau Regime», Armand Collin, 2007.
- Jurgen Habermas, «Apres l' Etat- Nation», Fayard, 2000.

Πηγή:iskra.g
*Δημοσιεύθηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ την Κυριακή 20/5