Διευθυντή Ψυχιατρικής Κλινικής ΓΝ Άρτας
Καθηγητή-Σύμβούλου Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας ΕΣΥ Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου.
Δεν θα επιχειρήσω και εγώ, όπως πρώιμα επιχειρήθηκε από άλλους, να κρίνω την όλη διαδικασία αναφερόμενος περιπτωσιολογικά σε επιμέρους πρόσωπα που επιλέχθηκαν. Περιμένω ότι σύντομα θα δοθούν τα βιογραφικά των διοικητών και υποδιοικητών των νοσοκομείων στη δημοσιότητα, όπως δόθηκαν άλλωστε και αυτά των προέδρων των επτά ΥΠΕ, οπότε «κοντός ψαλμός, αλληλούια».
Θέλοντας όμως να συμβάλλω με προτάσεις και ιδέες στην αναβάθμιση όλης αυτής της διαδικασίας, ούτως ώστε η πρωτόλεια φετινή εφαρμογή της να βελτιωθεί και να οδηγηθεί στο ρίζωμα της σαν θεσμική διαδικασία αξιοκρατικής ανάδειξης στελεχών υγείας, προτείνω τα παρακάτω:
Α) Οι προϋποθέσεις πρόσκλησης ενδιαφέροντος για αυτές τις θέσεις να γίνουν πιο συγκεκριμένες και πιο «σφιχτές». Δεν φτάνει κάποιος να κατέχει πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και ικανότητα άσκησης διευθυντικών καθηκόντων-έτσι γενικά, για να ασκήσει επιτυχώς τις πολύ εξειδικευμένες δεξιότητες που απαιτεί η θέση του επικεφαλής ενός νοσοκομείου ή μιας ΥΠΕ. Έτσι, οδηγούμαστε στην επιλογή νηπιαγωγών, στρατιωτικών, ταχυδρομικών, μηχανικών κ.α. που απλά επειδή κατέχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και επιδεικνύουν κάποια εμπειρία άσκησης διευθυντικών καθηκόντων, κρίνονται ικανοί να καταλάβουν τις θέσεις αυτές.
Κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε στην πρόσκληση ενδιαφέροντος να προσδιορίζεται επακριβώς το είδος των απαιτούμενων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών (με ένα από αυτά να αφορά αποκλειστικά το επιστημονικό πεδίο των οικονομικών της υγείας) και το είδος της διευθυντικής προϋπηρεσίας (αποκλειστικά σε μονάδες υγείας). Είναι περιττό να προσθέσω ότι ο οποιοσδήποτε κομματικός συναγελασμός ή προϋπηρεσία δεν μπορεί να θεωρείται προσόν για τέτοιου είδους θέσεις. Συνάμα όμως οφείλω και να αποδεχθώ ότι η εκδήλωση ενδιαφέροντος από τον καθένα υποψήφιο εμπεριέχει την ουσιαστική αποδοχή εκ μέρους του, ότι καλείται να δράσει τεχνοκρατικά στα πλαίσια μιας ευρύτερης δεδομένης πολιτικής που εξυπηρετεί η εκάστοτε εκλεγμένη κυβέρνηση.
Β). Θα πρέπει να δημοσιοποιούνται τα ονόματα αυτών που ως μέλη θεσμικά κατοχυρωμένων και προβλεπόμενων εκ του νόμου επιτροπών θα κρίνουν και θα αξιολογούν τους υποψηφίους. Η δημοσιοποίηση των ονομάτων των επιτροπών αυτών θα λειτουργήσει προστατευτικά για τον αξιοκρατικό χαρακτήρα των διαδικασιών και θα αποτρέψει κάποιους να ισχυριστούν -όπως τώρα- ότι η επιλογή έγινε από ένα ανώνυμο, βαθύ ΠΑΣΟΚ, στο οποίο πρωταγωνιστικό ρόλο έχει είτε το ιδιαίτερο γραφείο του Πρωθυπουργού, είτε ο κομματικός μηχανισμός και οι βουλευτές, είτε οι συνδικαλιστές της υγείας. Μια άλλη ιδέα (που είχε εφαρμοστεί επί Αλέκου Παπαδόπουλου ως υπουργού Υγείας το 2001) θα ήταν να υπήρχε η δυνατότητα ένστασης και προσφυγής στη Δικαιοσύνη του υποψηφίου εκείνου που θα θεωρούσε εαυτόν αδικημένο από τις διαδικασίες αξιολόγησης.
Γ). Η διαδικασία επιλογής διοικητών και υποδιοικητών ΥΠΕ οφείλει να ανεξαρτητοποιηθεί από τη διαδικασία επιλογής διοικητών και αναπληρωτών διοικητών νοσοκομείων. Και αυτό γιατί ενώ τους διοικητές ΥΠΕ μπορούμε και οφείλουμε να τους επιλέξουμε από μια κεντρικά εδραζόμενη διαδικασία, την επιλογή των διοικητών των κατά τόπους νοσοκομείων οφείλουμε να εκχωρήσουμε στις σχετικές ΥΠΕ. Όσοι πιστεύουν στην περιφεριοποίηση των υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας, με πλήρη αυτονόμηση των νοσοκομειακών μονάδων του ΕΣΥ από το κέντρο και πλήρη υπαγωγή τους στην περιφερειακή αυτοδιοίκηση-τμήμα της οποίας αποτελεί και η ΥΠΕ, (κάτι που αποτελεί και συστατικό στοιχείο του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ) οφείλουν να εκχωρήσουν την αρμοδιότητα επιλογής διοικητών νοσοκομειακών μονάδων στους διοικητές των ΥΠΕ που αποτελούν και τους κατά νόμο υπεύθυνους για τη συνολική λειτουργία αυτών των μονάδων. Μια επιπλέον σκέψη θα ήταν στην διαδικασία επιλογής των διοικητών των νοσοκομείων να συμμετέχουν με κάποιο τρόπο και οι οργανώσεις ασθενών κ.α..
Δ). Τέλος, θεωρώ σημαντική την ύπαρξη θεσμικού εκπροσώπου της όλης διαδικασίας που με σεβασμό στον πολίτη που συμμετέχει στον διαγωνισμό για την κάλυψη των διοικητικών θέσεων θα τον ενημερώνει ανά πάσα στιγμή για την εξέλιξη της διαδικασίας. Η εμπλοκή οποιοδήποτε άλλου μη σχετικού με τη διαδικασία σε οποιαδήποτε φάση της υποσκάπτει την αξιοπιστία της και απομειώνει το συνολικό αποτέλεσμα της.
Με τον τρόπο αυτό θα πάψουν να σημειώνονται απαράδεκτες πρακτικές, όπως αυτές που σημειώθηκαν στην περίπτωση μου. Στην περίπτωση μου, δηλαδή, έμαθα την επιλογή μου στη θέση του υποδιοικητή του νοσοκομείου «Χατζηκώστα» από αξιόλογους αλλά μη σχετικούς με τη διαδικασία παράγοντες του δημόσιου βίου, τα ΜΜΕ και το Διαδίκτυο. Ουδέποτε κάποιος θεσμικός παράγοντας του Υπουργείου Υγείας μου κοινοποίησε την επιλογή μου, όπως συνέβη με τους άλλους διοικητές και υποδιοικητές των υπόλοιπων νοσοκομείων, ουδέποτε ερωτήθηκα από θεσμικό παράγοντα αν αποδέχομαι την επιλογή αυτή και βέβαια –αφού δεν ερωτήθηκα- ουδέποτε και αρνήθηκα στο θεσμικό παράγοντα, μια άρνηση που όμως είχα ήδη γνωστοποιήσει στο ευρύτερο φιλικό και κοινωνικό μου περίγυρο.