Πολύ συζήτηση γίνεται αυτές τις μέρες για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) στη χώρα μας. Ακόμα και η κυβέρνηση και το Υπουργείο Υγείας τον πρόσφατα ψηφισθέντα νόμο στη Βουλή ως απαρχή εφαρμογής συστήματος πρωτοβάθμιας υγείας τον θεωρούν.
Από αυτή την άποψη θεωρήσαμε σκόπιμο να αναδημοσιεύσουμε από το διαδικτυακό τόπο του «ημιορόφου» ένα πολύ αξιόλογο άρθρο του Γενικού Γιατρού Δημήτρη Μακρέα.
Ελπίζουμε να γίνει απαρχή μιας ευρείας συζήτησης τόσο στο χώρο των υγειονομικών αλλά και ευρύτερα της κοινωνίας .
Αν προσπαθήσουμε με οποιοδήποτε τρόπο να προσεγγίσουμε την έννοια της ΠΦΥ δε μπορεί παρά να ξεκινήσουμε από τον ίδιο τον ορισμό της .
Η ΠΦΥ νοηματοδοτείται από τον ίδιο της τον ορισμό ως ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΥΓΕΙΑΣ και όχι ως ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ, πολύ περισσότερο ως- χωρίς κανενός είδους επιστημονικό σχεδιασμό- πρόσβαση σε κάποιον (ποιον άραγε?) γιατρό, που βαφτίζεται ως γιατρός ΠΦΥ.
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας είναι προϊόν των κοινωνικοπολιτικών ρευμάτων και διεργασιών της δεκαετίας του 1970 κατά την οποία οι ανθρωποκεντρικές αντιλήψεις επανέρχονται στο προσκήνιο ως η εναλλακτική και βασική απάντηση στην κρίση της υπέρμετρης βιομηχανοποίησης των κοινωνικών σχηματισμών.
Στην ιατρική το κυρίαρχο επιστημολογικά μηχανιστικό παράδειγμα προσέγγισης της υγείας εισέρχεται σε μία μακρά περίοδο κρίσης η οποία σήμερα χαρακτηρίζεται, διεθνώς, από την συνύπαρξη της έκρηξης των δαπανών με την συνεχώς αυξανόμενη αναλογία των αναπάντητων αναγκών υγείας του πληθυσμού. Και αυτό συμβαίνει παρά τη συνεχή ανακάλυψη νέων φαρμάκων και την εφαρμογή επαναστατικών τεχνολογιών που αφορούν στη διάγνωση και θεραπεία ασθενειών. Μάλιστα η ιατρογεννής νοσηρότητα αποτελεί σήμερα την τρίτη αιτία θανάτου στις ανεπτυγμένες χώρες!!!
Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι αν πραγματικά θέλουμε να παρέχουμε φροντίδα υγείας σε έναν πληθυσμό, θα πρέπει να τον προστατέψουμε- ως ένα βαθμό- από την ίδια την ιατρική περίθαλψη!
Οι λόγοι αυτής της διάστασης ανάμεσα στην φροντίδα υγείας και την ιατρική περίθαλψη είναι πολλοί. Ο κυριότερος όμως, είναι ότι το σύνολο της «επίσημης ιατρικής», του προσανατολισμού της έρευνας και της ανάπτυξης της τεχνολογίας εστιάζεται στην αύξηση της κερδοφορίας του ιατροβιομηχανικού συμπλέγματος και όχι στις ανάγκες των ανθρώπων. Οι γιατροί στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν μετατραπεί σε απλοί διαμεσολαβητές ανάμεσα στον εξ’ ορισμού ασθενή άνθρωπο και το δίπολο φάρμακο- βιοϊατρική τεχνολογία. Ο άνθρωπος, από σύνθετη βιοψυχοκοινωνική οντότητα , κατακερματίζεται και μετατρέπεται σε υποψήφιο καταναλωτή υπηρεσιών υγείας – φαρμάκων- βιοϊατρικής τεχνολογίας.
Η διάσταση αυτή είναι θεμελιώδης , γιατί μιλώντας για τον άνθρωπο και την κοινωνία κατ’ επέκταση , μιλάμε για τις ανάγκες και τα δικαιώματα του. Τις ανάγκες σε υψηλής ποιότητας τροφή, σε καθαρό περιβάλλον, σε σταθερή και αξιοπρεπή εργασία , σε λειτουργικές κοινωνικές σχέσεις κτλ. Βεβαίως και την ισότιμη πρόσβασή του σε υψηλής ποιότητας - εστιασμένες στις ανάγκες του- υπηρεσίες υγείας.
Μιλώντας για τον καταναλωτή υπηρεσιών υγείας μιλάμε για τη λογιστική των αναγκών του, αυστηρά σε υπηρεσίας υγείας. Μιλάμε για προϋπολογισμούς, κονδύλια , ανταποδοτικές εισφορές, περιορισμένη και ανισότιμη πρόσβαση στην «αγορά υγείας»κτλ.
Η σχιζοειδής αυτή διάσταση αναπαράγεται τόσο στο επιστημονικό πεδίο με τον τρόπο που αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά και στο κοινωνικό πεδίο με τους ανθρώπους να έχουν πλήρως ενσωματώσει το ρόλο τους ως καταναλωτές στην «αγορά υγείας» και να αντιλαμβάνονται το δικαίωμα τους στη φροντίδα υγείας ως δικαίωμα πρόσβασης στην «αγορά υγείας» και μόνο. Με αυτό τον τρόπο το ιατροβιομηχανικό σύμπλεγμα εξασφαλίζει την αέναη κερδοφορία του: Κηδεμονεύοντας και εξαγοράζοντας την ιατρική επιστήμη και δημιουργώντας ένα ακούσιο κοινωνικό ρεύμα υπεράσπισης της «αγοράς» , διαστρέφοντας τις ανάγκες της κοινωνίας, προς όφελός του.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο κανένα σύστημα υγείας δε μπορεί να είναι «φτηνό», ούτε και αποτελεσματικό -όσον αφορά την απάντηση των αναγκών σε φροντίδα υγείας της κοινωνίας - παρά μόνο αν αμφισβητεί από τα θεμέλια του το ίδιο το σύστημα κοινωνικής και επιστημονικής αναπαραγωγής του ιατροβιομηχανικού συμπλέγματος. Κατά τεκμήριο ένα τέτοιο σύστημα δε μπορεί παρά να είναι δημόσιο, προσανατολισμένο στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίες. Δεν είναι τυχαίο ότι χώρες όπως η Ελλάδα και η ΗΠΑ με τις χαμηλότερες δημόσιες δαπάνες για την υγεία , έχουν συνολικά τα πιο ακριβά συστήματα υγείας . Στην περίπτωση μάλιστα της Ελλάδας οι δημόσιες δαπάνες χρηματοδότησαν -και θα εξακολουθήσουν να χρηματοδοτούν –σε τραγικά μεγάλο βαθμό τις ιδιωτικές επιχειρήσεις υγείας. Η απάντηση στην αύξηση των συνολικών δαπανών για την υγεία βρίσκεται στην αύξηση και όχι στη μείωση των δημόσιων δαπανών για την υγεία. Βεβαίως και στον εντελώς διαφορετικό προσανατολισμό τους. Στη δημιουργία μιας μεγάλης ζώνης υπηρεσιών φροντίδας υγείας που επενδύει στην ανθρώπινη εργασία, και όχι στην αλόγιστη κατανάλωση των προϊόντων του ιατροβιομηχανικού συμπλέγματος.
Όπως ήδη αναφέρθηκε , η συζήτηση για την ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ήταν –γιατί δυστυχώς σήμερα δεν είναι- προϊόν αυτής της ρήξης με το κυρίαρχο επιστημολογικά μηχανιστικό παράδειγμα προσέγγισης της υγείας και τα προτάγματα του ιατροβιομηχανικού συμπλέγματος.
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας ορίζεται ως ένα σύνολο δραστηριοτήτων και υπηρεσιών που αφορούν στην προαγωγή υγείας, την πρόληψη της αρρώστιας, την περίθαλψη, παρακολούθηση καθώς και την αποκατάσταση και επανένταξη των αρρώστων ενός σαφώς οριζόμενου πληθυσμού. Στόχος είναι η κάλυψη των πραγματικών αναγκών φροντίδας υγείας και κοινωνικής πρόνοιας ολόκληρου του πληθυσμού ευθύνης της με τη διασφάλιση της συνέχειας στη φροντίδα ατόμων και οικογενειών. Θεμελιώδης αρχή της είναι η προσέγγιση της υγείας ως κοινωνικού δικαιώματος, αρχή η οποία καθορίζει ως βασική υποχρέωση την ενιαία κάλυψη όλων των πολιτών ασχέτως των κοινωνικών, οικονομικών, θρησκευτικών ή φυλετικών χαρακτηριστικών τους.
Η παραπάνω περιεκτική περιγραφή καταδεικνύει με εμφατικό τρόπο ότι η περίθαλψη (και μάλιστα όχι μόνο η ιατρική περίθαλψη) αποτελεί ένα σημαντικό αλλά μικρό μόνο τμήμα της φροντίδας υγείας. Η άμεση πρόσβαση σε κάποιον γιατρό- υπό την προϋπόθεση ότι αποτελεί γιατρό ειδικευμένο στην ΠΦΥ- είναι απαραίτητος όρος για κάθε σύστημα ΠΦΥ, σε καμία όμως περίπτωση δεν είναι ο μοναδικός όρος συγκρότησης της ΠΦΥ . Πόσο μάλλον όταν η πρόσβαση των «καταναλωτών υπηρεσιών υγείας» , αφορά γιατρούς που δεν έχουν καμία εκπαίδευση στην ΠΦΥ, όπως συμβαίνει με το σύνολο σχεδόν των γιατρών που έχουν σύμβαση με τον ΟΠΑΔ(Δημόσιο) και ΟΑΕΕ (ΤΕΒΕ).
Πόσο μάλλον όταν η πρόσβαση αφορά μόνο «καταναλωτές υπηρεσιών υγείας» που έχουν ασφαλιστικά δικαιώματα τη στιγμή που τουλάχιστον το 20% των ανθρώπων που διαβιούν στην Ελλάδα είναι ανασφάλιστοι! Πόσο μάλλον όταν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα τα ασφαλιστικά ταμεία θα καταρρεύσουν με τις ευλογίες της τρόικας, δίνοντας τη θέση τους σε απόλυτα ανταποδοτικά πακέτα ασφάλισης-παροχής υπηρεσιών.
Το ελληνικό κράτος από εγγυητή της δημόσιας υγείας θα μετατραπεί σε απλό ρυθμιστή της «αγοράς» προς όφελος των μεγάλων επιχειρηματιών υγείας και των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιριών. Αυτός είναι και πραγματικός λόγος της επιχείρησης συμπίεσης του κόστους της ανθρώπινης -ιατρικής εργασίας. Η σχεδιαζόμενη ανάπτυξη του περίφημου δικτύου ΠΦΥ, ακόμα και αν μειώνει το τεράστιο πρόβλημα πρόσβασης στις υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης – ειδικά των ασφαλισμένων του ΙΚΑ- δεν έχει καμιά σχέση με ΠΦΥ. Ακριβώς γιατί ο σχεδιασμός του γίνεται ,όχι για την κάλυψη των τεράστιων κοινωνικών αναγκών σε υπηρεσίες φροντίδας υγείας, αλλά για τη μετακύλιση του κόστους των υπηρεσιών ιατρικής περίθαλψης , στους πολίτες.
Η διαφοροποίηση στους όρους φροντίδα υγείας- ιατρική περίθαλψη ,δεν είναι τυχαία σύμφωνα και με όσα έχουν γραφεί παραπάνω.