Στη Γενική Συνέλευση των μελών της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρικής της Εργασίας και Περιβάλλοντος, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στις 17.02.2010, μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της επιστημονικής μας εταιρείας, εγκρίθηκε η ακόλουθη απόφαση:
Τα ζητήματα που αφορούν την Ιατρική της Εργασίας στη χώρα μας υπερβαίνουν κατά πολύ τη διάσταση της αποτίμησης με το χρονόμετρο της διάρκειας απασχόλησης του Ιατρού Εργασίας στους χώρους εργασίας. Μια τέτοια προσέγγιση παραποιεί το πνεύμα του Ν.1568/85 και διαστρεβλώνει την εφαρμογή της Ιατρικής της Εργασίας ως επιστήμης.
Για παράδειγμα, σε ελάχιστες επιχειρήσεις έχει πραγματοποιηθεί ουσιαστικά και καταστεί οργανικό μέρος της λειτουργίας τους η εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου και τα επακόλουθα ιατρικά πρωτόκολλα παρακολούθησης της υγείας των εργαζομένων.
Δυστυχώς, μετά από 25 χρόνια διαπιστώνεται ότι ο αριθμός των Ειδικών Ιατρών Εργασίας παραμένει ισχνός (μικρότερος των εκατό), ενώ απαιτούνται τουλάχιστον πενταπλάσιοι.
Επιπλέον, αντί να συζητιέται επιστημονικά το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών για αναγνώριση και πρόληψη της επαγγελματικής νοσηρότητας και των εργατικών ατυχημάτων, εξακολουθεί να απασχολεί ακόμα και να μετατρέπεται σε εμπόρευμα το ελάχιστο υποχρεωτικό ωράριο απασχόλησης των ιατρών εργασίας.
Ακόμη και ο περιορισμός της παροχής υπηρεσιών Ιατρικής της Εργασίας, εκτός εξαιρέσεων, σε επιχειρήσεις με μόνο κριτήριο τον αριθμό των εργαζομένων (50) αντανακλά γραφειοκρατική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Θα πρέπει λοιπόν να γίνουν ενέργειες για αύξηση των Ειδικών Ιατρών Εργασίας και για αναβάθμισης της εκπαίδευσης στην ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας με την εμπλοκή ακαδημαϊκών και ερευνητικών φορέων.
Επίσης η πολιτεία θα πρέπει να αναπτύξει δημόσιες δομές Ιατρικής της Εργασίας.
Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, πρωταρχικές προτεραιότητες για την ευρυθμία της Υγείας και Ασφάλειας στη χώρα μας αποτελούν τα ακόλουθα,:
- Η δημιουργία 100 θέσεων ειδικευόμενων στην Ιατρική της Εργασίας, όπως προ διετίας εισηγήθηκε το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.) αλλά δεν έχει υλοποιηθεί. (Θέμα που αφορά αμιγώς το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης).
- O χαρακτηρισμός της Ιατρικής της Εργασίας ως άγονης ειδικότητας για να αποτελέσει κίνητρο για την προσέλκυση νέων ιατρών (Θέμα που αφορά αμιγώς το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης).
- Η θεσμοθέτηση Δημόσιων Δομών Ιατρικής της Εργασίας με τη δημιουργία Τμημάτων Ιατρικής της Εργασίας στα Δημόσια Νοσοκομεία και ανάπτυξη ΕΣ.Υ.Π.Π. στα Περιφερειακά Νοσοκομεία σε πρώτη φάση, ώστε να παρέχονται υπηρεσίες υψηλού επιπέδου και ταυτόχρονα να ολοκληρώνεται η εκπαίδευση των ειδικευόμενων ιατρών στην Ιατρική της Εργασίας. (Ζήτημα που αφορά
πρωτίστως το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, αλλά πρέπει να αντιμετωπισθεί από κοινού με το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης).
- Η δημιουργία θέσεων μελών Δ.Ε.Π. με γνωστικά αντικείμενα σχετιζόμενα με την Υγεία και Ασφάλεια, ως πρόσθετες θέσεις που θα δοθούν από την Πολιτεία στις Ιατρικές Σχολές και τα Πολυτεχνεία της χώρας. (Ζήτημα στο οποίο είναι επιτακτικό πλέον να πάρει πρωτοβουλία το Υπουργείο Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων).
- Η δημιουργία υπηρεσιών Ιατρικής της Εργασίας στο δημόσιο τομέα. (Θέμα που άπτεται του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, από την πλευρά του Σ.ΕΠ.Ε., ως ελεγκτικού μηχανισμού).
Το νομικό πλαίσιο για την Υγεία και Ασφάλεια στη χώρα μας (όπως και στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά) είναι υπερεπαρκές και οι υστερήσεις εντοπίζονται στην εφαρμογή του. Αυτό ακριβώς το πρόβλημα προκύπτει και από την εφαρμογή της ΚΥΑ με αρ. Υ7α/ΓΠ.οικ.112498: η προτεραιότητα που δίνεται στους Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας (σε σχέση με όλους τους άλλους συναδέλφους που ασκούν νομίμως καθήκοντα Ιατρικής της Εργασίας,) δεν κατοχυρώνεται με συγκεκριμένες διαδικασίες, παρά τη διατύπωση της σαφούς πολιτικής πρόθεσης. Είναι απαραίτητο επομένως:
*H αναζήτηση Ιατρού Εργασίας να γίνεται με διαδικασία ανάλογη αυτής που ακολουθείται από το Υπουργείο Υγείας για την κάλυψη θέσεων στα Περιφερειακά Ιατρεία:
Α. Δημιουργία μητρώου.
1. Με τα ονόματα των Ειδικών Ιατρών Εργασίας (με βάση τις τρέχουσες εγγραφές των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας και με συνεχή επικαιροποίηση),
2. Με τα ονόματα των μη ειδικών γιατρών εργασίας που ασκούν σύννομα καθήκοντα Ιατρού Εργασίας νομίμως, σύμφωνα με τον Ν.3762/2009, τον Ν.3144/2003, τον Ν.3227/2004 και την
Κ.Υ.Α. με αρ. Υ7α/ΓΠ. οικ. 112498. (Δηλαδή, δημιουργία μητρώου και καταλόγου των συναδέλφων ιατρών που είχαν συνάψει συμβάσεις με επιχειρήσεις μέχρι και τον Αύγουστο του 2005 και των οποίων οι συμβάσεις είναι ή πρέπει να μετατραπούν σε ετήσιες). Τα στοιχεία αυτά υπάρχουν σήμερα στους Ιατρικούς Συλλόγους και στα ΚΕΠΕΚ.
Β. Ανάρτηση των μητρώων στους Ιατρικούς Συλλόγους και στα ΚΕΠΕΚ.
Γ. Τα δεδομένα του μητρώου είναι σκόπιμο να αναρτώνται και ηλεκτρονικά σε συγκεντρωτική μορφή από όλους τους Ιατρικούς Συλλόγους, τα ΚΕΠΕΚ και την ιστοσελίδα του ΣΕΠΕ (σύμφωνα με το μοντέλο των Αγροτικών Ιατρείων του Υπουργείου Υγείας) με μηνιαία επικαιροποίηση.
Δ. Δημοσιοποίηση κάθε μήνα των αναθέσεων καθηκόντων Ιατρού Εργασίας (και Τεχνικού Ασφαλείας) με όλα τα στοιχεία:
1. Του Ειδικού Ιατρού Εργασίας με σύμβαση αορίστου χρόνου ή
2. Σε περίπτωση μη ύπαρξης ή άρνησης του Ειδικού Ιατρού Εργασίας (και μετά από άκαρπη αναζήτηση στους όμορους νομούς), του συναδέλφου ιατρού, ο οποίος πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις άσκησης καθηκόντων Ιατρικής της Εργασίας (Ν.3762/2009, Ν.3144/2003,Ν.3227/2004, Κ.Υ.Α. με αρ. Υ7α/ΓΠ. οικ. 112498, δηλαδή ιατροί που είχαν συνάψει συμβάσεις με επιχειρήσεις μέχρι και τον Αύγουστο του 2005), οι συμβάσεις των οποίων είναι σύμφωνα με τη νομοθεσία διάρκειας ενός έτους. Η διαδικασία αυτή διευκολύνει και τον ουσιαστικό έλεγχο για τυχόν παρατυπίες στην άσκηση της Ιατρικής της Εργασίας.
*Η προσπάθεια εφαρμογής της πρόσφατης Κ.Υ.Α. οδήγησε σε δυσλειτουργίες που σχετίζονται με την εμπορευματοποίηση των παρεχόμενων υπηρεσιών Ιατρικής της Εργασίας. Για το λόγο αυτόν, είναι απαραίτητο να ισχύει προτεινόμενη ελάχιστη αμοιβή, χωρίς να υπάρχει διόλου διάθεση λογιστικής αποτίμησης είτε χρονομέτρησης των επιστημονικών δράσεων του ιατρικού λειτουργήματος. Αυτό που είναι αυτονόητο (όπως ισχύει και για τους ιατρούς του Ι.Κ.Α.), είναι ότι η διάρκεια εξέτασης του κάθε πολίτη, επομένως και του κάθε εργαζόμενου δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 20 λεπτά της ώρας. Η προτεινόμενη ελάχιστη αμοιβή (για τη στοιχειώδη χρονικά απασχόληση ενός Ιατρού Εργασίας σε μια επιχείρηση), είναι λογικό να αντιστοιχεί στην αποτίμηση 3 επισκέψεων Δημοσίου, τιμή που προτείνεται και από άλλες νέες ειδικότητες όπως η Φυσική Ιατρική και Αποκατάσταση. (Η πρόταση αυτή απευθύνθηκε και προς τη Γ.Σ.Ε.Ε., ώστε άν είναι εφικτό να ενσωματωθεί στην Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας).
* Οι συμβάσεις των Ειδικών Ιατρών Εργασίας, όπως προβλέπεται και από τη νομοθεσία (Ν. 1568/85), πρέπει να είναι αορίστου χρόνου, διαφορετικά δεν θα πρέπει να γίνονταν αποδεκτές από τα ΚΕ.Π.Ε.Κ. Οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας θα πρέπει να μπορούν να εξυπηρετούν και τα Παραρτήματα των επιχειρήσεων στις οποίες παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Επιπλέον, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να υπογράφονται συμβάσεις των Ειδικών Ιατρών Εργασίας με τα Ασφαλιστικά Ταμεία, όπως γίνεται με όλες τις άλλες ιατρικές ειδικότητες.
* Σε όσους από τους συναδέλφους ιατρούς (που ασκούν καθήκοντα Ιατρικής της Εργασίας) ενδιαφέρονται να αποκτήσουν την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας, να τους δοθεί η δυνατότητα άπαξ, σύμφωνα με τη σχετική απόφαση του ΚΕ.Σ.Υ. (Για να μπορεί ένας συνάδελφος άλλης ειδικότητας να ασκεί καθήκοντα σήμερα θα πρέπει να πληρούσε τους όρους του Ν.3144/03 και του Ν. 3227/04 και όχι μόνο του Ν.3762/09). Είναι νομοθετικά σαφές ότι για όλες τις νέες συμβάσεις έχουν απόλυτη προτεραιότητα οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας, ενώ όλες οι συμβάσεις όλων των άλλων συναδέλφων ιατρών είναι μονοετείς.
Με τιμή
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Ειδικός Ιατρός Εργασίας Ειδικός Ιατρός Εργασίας
Αν. Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Ελληνικό Ινστιτούτο
Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης Υγιεινής και Ασφάλειας
Εργασίας