- τη γιγάντωση των ιδιωτικών ομίλων παροχής υπηρεσιών υγείας,
-την εξάπλωση των πολυάριθμων ιδιωτικών εργαστηρίων και διαγνωστικών κέντρων,
- τη σταδιακή γήρανση του πληθυσμού,
- τις ταχύτατες τεχνολογικές εξελίξεις, ιδίως στο πεδίο της βιοϊατρικής,
- την έκθεση του πληθυσμού σε νοσογόνους καταστάσεις.
Το 2007 στα εγχώρια θεραπευτήρια βρίσκονταν εγκατεστημένα 7.707 ιατρικά μηχανήματα, με το 72% αυτών να βρίσκονται σε νοσοκομεία του δημόσιου τομέα.
Οι μονάδες τεχνητού νεφρού αποτελούν διαχρονικά την πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη κατηγορία μηχανημάτων, καθώς το 2007 τα εγχώρια νοσοκομεία διέθεταν 2.218 μονάδες (περίπου το 29% του συνόλου). Ακολουθούσαν οι αυτόματοι αναλυτές με 1.759 μονάδες (22,8%), τα ακτινοδιαγνωστικά μηχανήματα με 1.027 μονάδες (13,3%), οι υπερηχογράφοι με 448 μονάδες (5,8%) κλπ.
Τα περισσότερα μηχανήματα ήταν εγκατεστημένα σε μονάδες της Αττικής (3.139 μονάδες, ή 40,7% του συνόλου). Στη συνέχεια ακολούθησε η Μακεδονία με 1.568 τεμάχια (20,3%), η Κρήτη με 670 (8,7%), η Πελοπόννησος με 638 (8,2%) κλπ.
Επίσης λειτουργούσαν 338 αξονικοί τομογράφοι, αριθμός ο οποίος μεταφράζεται σε 30,2 μονάδες ανά 1 εκ. κατοίκους. Αντιθέτως, οι τεχνολογικά ανώτεροι μαγνητικοί τομογράφοι εμφανίζουν μικρότερη διείσδυση, λόγω του υψηλότερου κόστους. Έτσι, στην Ελλάδα το 2007 χρησιμοποιούνταν 201 συστήματα, ή 17,9 τομογράφοι ανά 1 εκ. κατοίκους. Στον τομέα της τομογραφίας οι μονάδες του ΕΣΥ εμφανίζουν σαφή υστέρηση έναντι των ιδιωτικών θεραπευτηρίων: από τα 201 συστήματα μαγνητικής τομογραφίας, μόνο τα 31 ανήκαν σε δημόσια νοσοκομεία και κλινικές, ενώ τα 170 είχαν αποκτηθεί από μονάδες του ιδιωτικού τομέα.
Τα χρέη των δημοσίων νοσοκομείων
Η διαχρονική ανάπτυξη του κλάδου δεν στερείται διαρθρωτικών προβλημάτων, τα σημαντικότερα εκ των οποίων αποτελούν τα συνεχώς διογκούμενα χρέη των δημοσίων νοσοκομείων και το προβληματικό σύστημα προμηθειών του ΕΣΥ.
Σύμφωνα με ανακοίνωση των κλαδικών φορέων ΣΕΠ Επιστημών & Υγείας, Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) και Πανελλήνιου Συλλόγου Προμηθευτών Εμφυτεύσιμου Ορθοπεδικού Υλικού (ΠΑΣΥΠΟΥ), στο τέλος του 2008 το συνολικό χρέος προς όλους τους προμηθευτές είχε ανέλθει σε €5,23 δισ., αποτελώντας το 2% του ΑΕΠ της χώρας. Τα χρέη αυτά αφορούσαν κυρίως φάρμακα σε ποσοστό 44,3% του συνόλου, ενώ ακολουθούσε το υγειονομικό υλικό (27,5%), τα χημικά αντιδραστήρια (11,2%) και το ορθοπεδικό υλικό (10,9%).
Το χρέος προς τις εταιρείες ιατρικού εξοπλισμού που είναι μέλη του ΣΕΠ έως τις 31/12/2008 είχε διαμορφωθεί σε €1,65 δισ., ενώ προς τους προμηθευτές ορθοπεδικού υλικού σε €805 εκ.
Μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους αναμένεται επιπλέον συσσώρευση €2 δισ. έναντι του 2008, καθώς οι πληρωμές που γίνονται είναι ασήμαντες (μόνο το 1-2% των οφειλών του 2009 έχει εξοφληθεί, ενώ για το πρώτο εξάμηνο του έτους οι νέες οφειλές ανέρχονται ήδη σε €1,22 δισ.). Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι ο μέσος χρόνος αποπληρωμής των νοσοκομείων για προμήθειες αναλώσιμου υλικού κυμαίνεται περίπου σε δύο χρόνια.
Οι καθυστερήσεις αυτές προκαλούν προβλήματα ρευστότητας, αυξάνοντας κατακόρυφα τις ανάγκες χρηματοδότησης με κεφάλαιο κίνησης. Ωστόσο, η δανειοδότηση των επιχειρήσεων δεν είναι πλέον τόσο ευχερής όσο στο παρελθόν, καθώς η τρέχουσα περίοδος οικονομικής κρίσης έχει οδηγήσει τις τράπεζες σε αναθεώρηση της πιστωτικής τους πολιτικής, ενώ ήδη οι εταιρείες του κλάδου θεωρούνται υπερδανεισμένες και με ένταση της αβεβαιότητας στις ταμειακές ροές τους.
Έτσι, πολλές εταιρείες αδυνατούν να συνεχίσουν την παροχή πιστώσεων στα νοσοκομεία για μεγάλα χρονικά διαστήματα, ενώ ενδέχεται να υποστούν συρρίκνωση των μεγεθών τους και να οδηγηθούν σε μείωση προσωπικού.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα υπέρογκα χρέη οι προμηθευτές καθορίζουν τις τιμές των προϊόντων τους σε υψηλότερα επίπεδα. Παράλληλα, προβαίνουν σε εμπάργκο προς τα νοσοκομεία που έχουν τις μεγαλύτερες οφειλές, εξυπηρετώντας με αναλώσιμα και ορθοπεδικό υλικό μόνο τα επείγοντα περιστατικά.
Τα χρέη επηρεάζουν αρνητικά την πλειονότητα των εταιρειών, καθώς εκτιμάται ότι από το δημόσιο τομέα προέρχεται το 80% του συνολικού Κύκλου Εργασιών της αγοράς. Οι υπέρογκες οφειλές έχουν προσανατολίσει πολλές εταιρείες του κλάδου σε αναθεώρηση της στρατηγικής τους, επιδιώκοντας περισσότερο την ενίσχυση των πωλήσεων προς τις ιδιωτικές κλινικές, οι οποίες πληρώνουν σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Οι αρμόδιες αρχές πρότειναν ρύθμιση για χρέη ύψους €1,8 δισ., τα οποία αντιπροσωπεύουν το 35% του συνόλου. Ο διακανονισμός αφορά τη σύναψη ομολογιακών δανείων ή την προεξόφληση οφειλών στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο με επιτόκιο 6,5% και 12μηνη πίστωση προκειμένου να εισπράξουν οι εταιρείες το ανωτέρω ποσό στο τέλος του 2009. Τα εκπροσωπευτικά όργανα των προμηθευτών εξέφρασαν την αντίρρησή τους στη ρύθμιση αυτή, καθώς θα παραγραφούν νόμιμες αξιώσεις των προμηθευτών. Επιπλέον θεωρούν το κόστος δανεισμού ιδιαίτερα υψηλό, ενώ αντιτίθενται στη μερική ρύθμιση χρεών, καθώς για το υπόλοιπο ποσό των οφειλών -ύψους €3,4 δισ.- δεν έχει γίνει καμία πρόβλεψη.
Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 342 επιχειρήσεων. Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης συνοψίζονται στα εξής:
- Ο Κύκλος Εργασιών των εταιρειών του δείγματος το 2008 ανήλθε στα €1,86 δισ., έχοντας αυξηθεί κατά 8% έναντι του προηγούμενου έτους (εξαιρουμένων των εταιρειών χωρίς δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία για την τελευταία χρήση).
- Η μέση ετήσια αύξηση Πωλήσεων το 2008 διαμορφώθηκε σε 4,5%, έναντι 7,3% για την περίοδο 08/06. Επίσης, το 60% των εταιρειών του δείγματος βελτίωσε το επίπεδο του προηγούμενου έτους.
- Τα ΚΠΤΦΑ σχηματίστηκαν στα €344,32 εκ., έχοντας ενισχυθεί κατά 3,8% από το 2007, με 9 στις 10 εταιρείες να είναι κερδοφόρες.
- Ωστόσο στον τομέα των ΚΠΦ διαπιστώνουμε υποχώρηση 5,3%, στα €178,30 εκ., με 119 από τις 248 κερδοφόρες επιχειρήσεις να υπόκεινται σε κάμψη των αποτελεσμάτων του 2007.
- Το μικτό περιθώριο διαμορφώθηκε σε 41,1%, ενώ το περιθώριο ΚΠΤΦΑ αυξήθηκε οριακά σε 15,7%. Ωστόσο, ο αντίστοιχος δείκτης των ΚΠΦ διαγράφει αρνητική πορεία, καταλήγοντας το 2008 στο 6,6%.
- Οι Απαιτήσεις το 2008 αποτέλεσαν το 76,5% του Ενεργητικού, λόγω των σημαντικών καθυστερήσεων των δημόσιων νοσοκομείων για την αποπληρωμή των οφειλών τους. Έτσι, η γενική ρευστότητα διαμορφώθηκε στο 1,20, ενώ ο Εμπορικός Κύκλος στις 250 ημέρες (ελληνική οικονομία: 47 ημέρες), με το χρονικό διάστημα είσπραξης Απαιτήσεων να προσεγγίζει το έτος (342 ημέρες).
- Η χρήση βραχυπρόθεσμων τραπεζικών δανείων (67% των Πωλήσεων για το 2008) οδήγησε την κεφαλαιακή μόχλευση στο 4,2 προς 1 (ελληνική οικονομία: 1,2 προς 1). Επίσης, οι Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις χρηματοδότησαν το 71,3% των Συνολικών Κεφαλαίων.
- Η αποδοτικότητα των Ιδίων Κεφαλαίων το 2008 σχηματίστηκε στο αρκετά υψηλό 14,6% (ελληνική οικονομία: 3,2%), λόγω του μεγάλου περιθωρίου ΚΠΦ και της εκτεταμένης μόχλευσης Ιδίων Kεφαλαίων.
Πηγή: Ναυτεμπορική.