Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

ΤΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΗ ΒΑΡΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΜΕ ΠΛΕΙΑΔΑ ΒΛΑΠΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΟΥΣ


Το ιατρικό περιοδικό Μedical Express, στο τεύχος 183 του Μαρτίου 2010, φιλοξενεί συνέντευξη του συναδέλφου Ειδικού Ιατρού Εργασίας κ. Β. Δρακόπουλου, μέλους του Προεδρείου της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρικής της Εργασίας και Περιβάλλοντος, με τίτλο: Τα νοσοκομεία «τρώνε» τα παιδιά τους... Στο εισαγωγικό της σημείωμα η κ. Ν. Καρακώστα, προς την οποία παραχωρήθηκε στη συνέντευξη αναφέρει: Τραγικές ελλείψεις προσωπικού που οδηγούν σε εξουθένωση, υποδομές που «βλάπτουν σοβαρά» την υγεία των πολιτών κι ένα υπουργείο Υγείας που...αγνοεί επιδεικτικά την ανάγκη ύπαρξης ιατρών εργασίας στα ελληνικά νοσοκομεία...
Ο Ειδικός Ιατρός Εργασίας, ερευνητής στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Έρευνας του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛΙΝΥΑΕ), κ. Β. Δρακόπουλος, σκιαγραφεί τον εργασιακό «μεσαίωνα», που επικρατεί στα ελληνικά νοσηλευτικά ιδρύματα, με συνθήκες που θέτουν σε κίνδυνο την υγεία, τόσο των ίδιων των υγειονομικών, όσο και των ασθενών τους. Οι γιατροί εξαναγκάζονται συχνά να δουλεύουν έως και 32 ώρες, χωρίς διακοπή, ενώ ταυτόχρονα γίνονται μάρτυρες τραγικών συνθηκών και αποδέκτες καταστάσεων, που φθείρουν ανεπανόρθωτα την υγεία τους. Κι όλα αυτά, την ώρα που τα περισσότερα νοσοκομεία δεν διαθέτουν καμία δομή υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων.

Συνέντευξη του Β. Δρακόπουλου που δόθηκε στην Ν. Καρακώστα για το ιατρικό περιοδικό Μedical Express
Ακολουθούν οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, όπως ακριβώς δημοσιεύθηκαν:
Μεγάλο ποσοστό ειδικευμένων γιατρών κι ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό ειδικευόμενων και νοσηλευτών, πάσχουν από σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης. Πόσο«υπεύθυνες» είναι για αυτό οι ελλείψεις που παρατηρούνται στα ελληνικά νοσοκομεία;
Ποτέ τα νοσοκομεία δεν είχαν το απαραίτητο ιατρικό (και στη χώρα μας και νοσηλευτικό)προσωπικό, για την κάλυψη των αναγκών τους. Οι ειδικευόμενοι γιατροί χρησιμοποιήθηκαν και συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται ως μεταβατικό και φθηνό εργατικό δυναμικό στα νοσοκομεία, που δίνεται η ειδικότητα. Το βάρος στους ειδικευόμενους διπλό: εκπαίδευση, αλλά και βαριά πολύωρη εργασία. Στα νοσοκομεία, στα οποία δεν υπάρχουν ειδικευόμενοι, το βάρος πέφτει στους επιμελητές. Ο γιατρός, ως γνωστόν, ανέκαθεν θεωρείτο ως ένα ον με υπερφυσικές δυνάμεις. Αυτό δεν άργησαν να το εκμεταλλευτούν τα νοσοκομεία κι έτσι καθιέρωσαν το θεσμό της εφημερίας, για την 24ωρη κάλυψή τους. Αυτός ο παραλογισμός υποχρεώνει το γιατρό να εργασθεί (και η εργασία του είναι η υγεία του ασθενούς!) για 24 ώρες συνεχώς και παλαιότερα, αλλά και τώρα σε πολλές περιπτώσεις, συν 8 ώρες επιπλέον πρωινής εργασίας. Είναι φυσικό, τέτοια ωράρια να εξουθενώνουν τους γιατρούς.
Η πολύ μεγάλη έλλειψη νοσηλευτών, από την άλλη πλευρά, τους οδηγεί σε αυξημένη εργασία (ένας νοσηλευτής κάνει τη δουλειά δυο και τριών…) και βέβαια σε διπλοβάρδιες την ίδια ημέρα, εργασία τα περισσότερα Σαββατοκύριακα και εξουθένωση.Η καταστροφή – λόγω του μεγάλου και ακανόνιστου χρόνου εργασίας των παραπάνω εργαζομένων – κάθε προγραμματισμού στην προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική ζωή επιδεινώνει την κατάσταση.
Οι υγειονομικοί είναι καθημερινά αντιμέτωποι με το εργασιακό στρες, την καταπόνηση, αλλά και τις εντάσεις και τη βία, που προέρχεται από δυσαρεστημένους από την εξυπηρέτηση πολίτες. Πώς επιδρούν όλα αυτά στην υγεία του γιατρού/νοσηλευτή;
Ο πολίτης που έχει κάποιο πρόβλημα υγείας και προσέρχεται στο νοσοκομείο – ιδιαίτερα στις εφημερίες – αντιμετωπίζει μια τραγική κατάσταση. Ατελείωτες ουρές, ανοργανωσιά, τριτοκοσμικές συνθήκες χωροταξικά, πολύωρες αναμονές, τεράστια έλλειψη προσωπικού. Νιώθει απόγνωση, αρχίζει ο εκνευρισμός και ο ασθενής (ή ένα συγγενικό πρόσωπο του ασθενή) σε κάποιον πρέπει να διαμαρτυρηθεί, για όλη αυτή την ταλαιπωρία που υφίσταται. Και ποιός είναι ο αποδέκτης; Μα, φυσικά, ο γιατρός, ο νοσηλευτής και το υπόλοιπο προσωπικό του νοσοκομείου. Έτσι, ο υγειονομικός εργαζόμενος, εκτός από την αντιμετώπιση της νόσου, εκτός των εξουθενωτικών ωραρίων και της εντατικής εργασίας, έχει να αντιμετωπίσει και την μήνι του διαμαρτυρόμενου πολίτη, με τη μορφή ψυχολογικής βίας, η οποία, σε πολλές περιπτώσεις, γίνεται και σωματική. Όλοι αυτοί οι παράγοντες της σωματικής και ψυχολογικής κόπωσης, έντασης και βίας επιδρούν στην υγεία του, με αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων και νοσηρών καταστάσεων.Είναι χαρακτηριστικό ότι το burnout syndrome αφορούσε όταν άρχισε να μελετάται (τη δεκαετία του 1970) αποκλειστικά τους επαγγελματίες υγείας.
Έχουν αλλάξει τα δεδομένα; Ποιοι λόγοι οδηγούσαν σε burnout και ποιοί σήμερα;
Το σύνδρομο επαγγελματικής εξάντλησης (burnout) είναι ένα σύνδρομο συγκινησιακής - συναισθηματικής εξάντλησης, που χαρακτηρίζεται από συναισθήματα «ανικανοποίητου», επαγγελματικής ανικανότητας και από παθητική και αποπροσωποποιημένη στάση απέναντι στους άλλους. Το άτομο αισθάνεται κενό από τις συναισθηματικές και προσωπικές εφεδρείες - δυνάμεις, οι οποίες το είχαν οδηγήσει και στηρίξει στην επαγγελματική του επιλογή και νιώθει ότι, δεν έχει πια τίποτα να προσφέρει. Η εξάντληση προέρχεται από την μακροχρόνια επίδραση του εργασιακού στρες.
Στα νοσοκομεία της χώρα μας και ιδιαίτερα στις εφημερίες, δεν εξαλείφθηκαν οι συνθήκες που επικρατούσαν τις προηγούμενες δεκαετίες. Η έλλειψη προσωπικού παραμένει και εντείνεται, λόγω και των αυξημένων αναγκών, αλλά και των σύγχρονων απαιτήσεων για υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα υγείας είναι τριτοκοσμικό, δεν υπάρχει διαχωρισμός της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Ο κάθε πολίτης, όταν αντιμετωπίζει ένα οξύ πρόβλημα υγείας, ανεξάρτητα από τη βαρύτητά του -στα πλαίσια του ΕΣΥ- έχει άμεση πρόσβαση στα νοσοκομεία, που παρέχουν δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια φροντίδας υγείας.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την υπερφόρτωση των τμημάτων των επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων που εφημερεύουν. Το μεγαλύτερο ποσοστό των περιστατικών, που φθάνουν στις εφημερίες των νοσοκομείων, θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί από κέντρα (Υγείας) ή γιατρούς της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, όπως φυσικά γίνεται σε χώρες που έχουν αξιοπρεπή συστήματα υγείας. Σε ένα τέτοιο σύστημα υγείας, ο ασθενής θα είχε μια πιο αξιοπρεπή αντιμετώπιση και θα εξαλείφονταν οι τεράστιες ουρές και η επιβάρυνση των νοσοκομείων και, συνεπακόλουθα, της υγείας των εργαζομένων σε αυτά.
Πόσο επιδρούν στην αποδοτικότητα στην εργασία και στην υγεία των εργαζομένων η ακαταστασία, ο κακός εξαερισμός, η ακατάλληλη θερμοκρασία χώρου, οι ακατάλληλοι χώροι, ο θόρυβος, ο περιορισμένος εργασιακός χώρος;
Η ακαταστασία μπορεί να οδηγήσει σε κίνδυνο πτώσης, τραυματισμό, ατυχήματα, σύγχυση καθηκόντων, εκνευρισμό, άγχος και κόπωση.
Ο κακός εξαερισμός μπορεί να προκαλέσει αίσθημα δυσφορίας, πονοκεφάλους, ζάλη, αλλεργίες, οξεία και χρόνια επιβάρυνση του αναπνευστικού συστήματος αλλά και οργανισμού γενικότερα από σκόνες, μονοξείδιο του άνθρακα, πτητικές χημικές ουσίες, φαρμακευτικές ουσίες και μικροοργανισμούς.
Η ακατάλληλη θερμοκρασία του χώρου εργασίας μπορεί να προκαλέσει θερμική καταπόνηση (αισθήματα ζέστης ή κρύου) των εργαζομένων με αποτελέσματα δυσανεξία, διαταραχή της προσοχής και βλάβη της υγείας.
Η ακαταλληλότητα, η ανεπάρκεια των χώρων εργασίας οδηγεί πολλές φορές στον κακό χειρισμό διαφόρων βλαπτικών παραγόντων, όπως είναι τα κυτταροστατικά φάρμακα, με έκθεση σε αυτά μέσω της εισπνοής, όχι μόνον των εργαζομένων που τα παρασκευάζουν, αλλά και των υπόλοιπων εργαζομένων, που κινούνται στον ίδιο χώρο. Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο χειρισμός των εμποτισμένων με φορμαλδεΰδη και οργανικούς διαλύτες βιοψιών – στα Παθολογοανατομικά Εργαστήρια – σε χώρους χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό, για την απαγωγή των αερίων αυτών βλαπτικών παραγόντων, οι οποίοι προκαλούν σοβαρές βλάβες στην υγεία των εργαζομένων.
Ο θόρυβος είναι ένας σοβαρός βλαπτικός παράγοντας, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει, εκτός από τις βλάβες στην ακοή (σε ορισμένα τμήματα του νοσοκομείου με υψηλά επίπεδα θορύβου) και αυξημένη επίπτωση υπέρτασης, διαταραχών του ηλεκτροκαρδιογραφήματος, διαταραχών του γαστρεντερικού συστήματος και νευροψυχικές διαταραχές, όπως αύξηση του χρόνου αντίδρασης και του αριθμού των λαθών κατά τη διάρκεια της εργασίας.
Όλοι αυτοί οι εργασιακοί βλαπτικοί παράγοντες μετατρέπονται σε στρεσογόνες πηγές και επιδρούν, όχι μόνο στην αποδοτικότητα των υγειονομικών εργαζομένων (πέρασμα από την παροχή υπηρεσιών υγείας στην βλάβη της υγείας λόγω ακατάλληλων χειρισμών),αλλά και στην υγεία του υγειονομικού εργαζομένου, με αποτέλεσμα την αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης του συνδρόμου burnout.
Μερικά από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της χώρας (μεταξύ των οποίων ο «Ευαγγελισμός», το Κρατικό της Αθήνας, το «Ιπποκράτειο» της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης) παρανομούν, καθώς δεν διαθέτουν ιατρό εργασίας.
Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τα νοσοκομεία δεν διαθέτουν, ούτε γιατρό εργασίας, ούτε καμία δομή υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων. Κατά καιρούς σε διάφορα νοσοκομεία, για να καλυφθούν νομοθετικά, αναθέτουν καθήκοντα γιατρού εργασίας σε κάποιον γιατρό, κάποιας ειδικότητας του νοσοκομείου, ο οποίος (λογικά) παραιτείται αργότερα, λόγω αναρμοδιότητας. Σε κάποια (λίγα) άλλα, αναθέτουν καθήκοντα γιατρού εργασίας σε ιδιωτικές εταιρείες (ΕΞΥΠΠ), οι οποίες ενοικιάζουν στο νοσοκομείο, μη ειδικούς γιατρούς εργασίας, για την τυπική κάλυψη του νοσοκομείου.
Το υπουργείο Υγείας – μετά από αλλεπάλληλα, συνεχή και επίμονα αιτήματα της Επιστημονικής Εταιρείας των γιατρών Εργασίας – διαχρονικά και ανεξαρτήτως ηγεσίας ή κυβέρνησης, αρνείται πεισματικά να συστήσει νέες θέσεις ειδικευόμενων γιατρών εργασίας (τη στιγμή μάλιστα που υπάρχει πληθωρισμός και ανεργία στο σύνολο σχεδόν των ιατρικών ειδικοτήτων), για την ουσιαστική παροχή υπηρεσιών ιατρικής της εργασίας στα νοσοκομεία και όχι μόνο σε αυτά.
Τι πρόβλεψη για την υγιεινή και την ασφάλεια θα έπρεπε να υπάρχει σε έναν χώρο σαν το νοσοκομείο; Πόσο σημαντική είναι η παρουσία ενός ιατρού εργασίας;
Τα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας απασχολούν μεγάλο αριθμό εργαζομένων (πάνω από 1500) και ως εκ τούτου, είναι υποχρεωμένα, σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία, να συστήσουν Εσωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων. Οι υπηρεσίες αυτές πλαισιώνονται από τον ειδικό γιατρό εργασίας, τον τεχνικό ασφαλείας και από το κατάλληλο βοηθητικό προσωπικό(Ν.1568/85). Επιπλέον δε, από τον απαραίτητο τεχνολογικό εξοπλισμό.
Η παρουσία, αλλά κυρίως η επιστημονική κατάρτιση, του ειδικού γιατρού εργασίας είναι πολύ σημαντική σε ένα νοσοκομείο, γιατί το νοσοκομείο αποτελεί το πιο πολυσύνθετο εργασιακό περιβάλλον, το οποίο περιλαμβάνει το σύνολο των εργασιακών βλαπτικών παραγόντων για την υγεία των εργαζομένων. Από φυσικούς, χημικούς, βιολογικούς, εργονομικούς μέχρι ωράρια εργασίας, νυχτερινή εργασία, στρες κ.ά. Η σύσταση Επιτροπών Υγιεινής και Ασφάλειας από τους εργαζόμενους αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την προαγωγή της υγείας και ασφάλειας και είναι νομοθετικά κατοχυρωμένη.
Ιδιαίτερα κακή είναι η σχέση των υγειονομικών και με την πρόληψη (καπνίζουν, δεν τρέφονται σωστά, αγνοούν τις προληπτικές εξετάσεις).Ποια θα μπορούσε να είναι η συμβολή του γιατρού εργασίας σε αυτό το σημείο;
Ο ρόλος του γιατρού εργασίας, δεν περιορίζεται μόνο στην πρόληψη – από τους εργασιακούς βλαπτικούς παράγοντες – των εργατικών ατυχημάτων, των επαγγελματικών νοσημάτων και της πρόωρης φθοράς της υγείας των εργαζομένων. Ο γιατρός εργασίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα της προαγωγής της Δημόσιας Υγείας και ως τέτοιος θα πρέπει να συμμετέχει ενεργά – λόγω και της περιοδικής επαφής του με τους εργαζόμενους – στη γενικότερη ενημέρωση και εφαρμογή προγραμμάτων για την πρόληψη, στην προτροπή των εργαζόμενων για υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών και στην πραγματοποίηση των ενδεδειγμένων προληπτικών εξετάσεων.

 Πηγή:Εργασία-Υγεία 
 Περιοδική Έκδοση της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρικής της Εργασίας