Η ρύθμιση μάλιστα προκρίθηκε να προταθεί από μερικούς και σαν μοντέλο για την ένταξη των Υγειονομικών στα ΒΑΕ.(λέμε τώρα!).
Παρακάτω παραθέτουμε ένα ενδιαφέρον άρθρο από την εφημερίδα "Κόντρα".
Όταν η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΠΟΕ-ΟΤΑ συμφωνούσε με την κυβέρνηση τη ρύθμιση για τη δήθεν ένταξη μιας σειράς ειδικοτήτων στα ΒΑΕ, προσφέροντας έτσι στην κυβέρνηση ένα προπαγανδιστικό επιχείρημα πίσω από το οποίο προσπάθησε να κρύψει την ασφαληστρική επίθεση, σημειώναμε ότι η ρύθμιση αυτή δεν ικανοποιεί το χρονίζον αίτημα των μόνιμων εργαζόμενων στους ΟΤΑ, γιατί δεν τους εξισώνει με το καθεστώς που ισχύει για τους συναδέλφους τους που εργάζονται με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου. Γράφαμε, ότι η ρύθμιση αυτή είναι αντίγραφο παλαιότερης ρύθμισης (του 1999), η οποία έμεινε άκαρπη, γιατί οι εργαζόμενοι διαπίστωσαν ότι είναι ασύμφορη γι’ αυτούς. Σημειώναμε, τέλος, πως η μόνη δίκαιη ρύθμιση θα ήταν αυτή που θα εξειδίκευε, σύμφωνα με τα ισχύοντα στο δημόσιο, τον κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων του ΙΚΑ.
Η συγκεκριμένη διάταξη καθίσταται ασύμφορη για τους μόνιμους εργαζόμενους, όχι μόνο γιατί προβλέπει επασφάλιστρο για τα χρόνια που έχουν εργαστεί στα ΒΑΕ πριν τη ρύθμιση (κατά παράβαση της πάγιας ασφαλιστικής πρακτικής, που προβλέπει την αναγνώριση του ασφαλιστικού χρόνου χωρίς επιβάρυνση του εργαζόμενου, όταν δεν είναι αυτός υπαίτιος), αλλά και γιατί προβλέπει συνταξιοδότηση στα 58 (άνδρες) και τα 53 (γυναίκες) μόνο για 15ετή υπηρεσία με 12 χρόνια στα ΒΑΕ. Τι γίνεται, όμως, με κάποιον που εργάζεται 20, 25, 30 χρόνια; Αυτός θα συνταξιοδοτηθεί με τις γενικές διατάξεις, παίρνοντας απλά κάποια προσαύξηση στη σύνταξη. Δεν προβλέπονται δηλαδή ανάλογες διατάξεις, όπως αυτές που προβλέπονται για παράδειγμα στο ασφαλιστικό καθεστώς των εργαζόμενων στη ΔΕΗ, σύμφωνα με το οποίο σε όσα χρόνια κι αν βγεις στη σύνταξη έχεις και τις αντίστοιχες συντάξιμες αποδοχές.
Έτσι, η διάταξη έμεινε ανενεργή, διότι οι εργαζόμενοι δεν επέλεξαν να ενταχθούν στο νέο καθεστώς. Η εξαγορά των προηγούμενων χρόνων και το βαρύ επασφάλιστρο στη συνέχεια καθιστούσαν ασήμαντη την προσαύξηση στη σύνταξη για τα πέρα από τα 15 έτη υπηρεσίας. Και βέβαια, κανένας δε θα βγει στη σύνταξη με 15 έτη, γιατί η σύνταξή του θα είναι 15/35 του ποσοστού αναπλήρωσης.
Εκείνο που δεν προσέξαμε στη νέα ρύθμιση είναι η υποχρεωτικότητά της για τους νέους εργαζόμενους (όσους προσληφθούν μετά την ψήφιση της ρύθμισης). Ενώ για τους έως τώρα εργαζόμενους η ρύθμιση είναι δυνητική (ξέρουν πολύ καλά, ότι η ρύθμιση θα κριθεί ασύμφορη), για τους προσλαμβανόμενους από εδώ και πέρα γίνεται υποχρεωτική. Το διαφημίζει μάλιστα η ΠΟΕ-ΟΤΑ στην εγκύκλιο που έστειλε στα μέλη της: «Το προσωπικό που διορίζεται ή μονιμοποιείται στις ειδικότητες της παραγράφου 1 από τη δημοσίευση του Νόμου αυτού και μετά, ήτοι από 7-5-2008 υπόκειται υποχρεωτικά στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού».
Τι σημαίνει αυτό; Ότι κάθε εργαζόμενος θα πληρώνει επασφάλιστρο 4,3% επί του βασικού μισθού. Με τι αντάλλαγμα; Να δικαιούται σύνταξη στα 53 ή τα 58 (γυναίκες - άνδρες) με 15 συντάξιμα έτη, από τα οποία τα 12 στα ΒΑΕ. Επειδή, όμως, και για τους νέους εργαζόμενους ισχύει ό,τι και για τους παλιούς, ότι δηλαδή δε θα τους συμφέρει να βγουν στη σύνταξη στα 15 χρόνια, γιατί το ποσό της σύνταξης θα είναι πολύ μικρό, η ρύθμιση προβλέπει την παραπέρα παραμονή τους στην εργασία. Αυτόματα, όμως, βγαίνουν εκτός ρύθμισης και θα συνταξιοδοτηθούν με τις γενικές διατάξεις των δημοσίων υπαλλήλων. Για να γλυκάνει, λοιπόν, το πικρό χάπι του βαρύτατου επασφάλιστρου, που θα εξακολουθήσουν να πληρώνουν οι εργαζόμενοι, προβλέπει προσαύξηση της σύνταξης κατά 0,35% για κάθε έτος ασφάλισης στο συγκεκριμένο καθεστώς.
Ας δούμε αυτή τη ρύθμιση με αριθμούς. Ένας εργαζόμενος που θα έχει διανύσει το ανώτατο όριο, δηλαδή 35 χρόνια ασφάλισης, θα πάρει προσαύξηση της σύνταξης 12,25%. Δηλαδή, θα πληρώνει επί 35 χρόνια επασφάλιστρο 4,3% για να πάρει προσαύξηση σύνταξης 12,25%! Εδώ έχουμε να κάνουμε κυριολεκτικά με ληστεία. Ιδού γιατί.
Οι κρατήσεις για κύρια σύνταξη είναι 6,67%. Με αυτές τις κρατήσεις επί 35 χρόνια, ένας εργαζόμενος παίρνει πλήρη σύνταξη (35/35) με ποσοστό αναπλήρωσης 80%. Το επασφάλιστρο που αναγκάζονται να πληρώνουν οι εργαζόμενοι που εντάσσονται στο νέο καθεστώς είναι ίσο με τα 2/3 περίπου του ασφάλιστρου της κύριας σύνταξης (για την ακρίβεια είναι 64,5%). Δηλαδή, στο νέο εργαζόμενο προσαυξάνουν το συνολικό ασφάλιστρο κατά 64,5%, για να του δώσουν μια προσαύξηση σύνταξης 12,25%!
Οπως καταλαβαίνετε, ο μόνος κερδισμένος απ’ αυτή τη ρύθμιση είναι το αστικό κράτος, που θα εισπράττει τα επασφάλιστρα. Η ρύθμιση του 1999 πρόβλεπε ότι το νέο καθεστώς είναι δυνητικό για παλιούς και νέους εργαζόμενους (οι τελευταίοι έπρεπε να κάνουν δήλωση μέσα σε 3 μήνες από τη μέρα μονιμοποίησής τους). Φυσικά, κανένας δεν έκανε χρήση αυτής της δυνατότητας, ακριβώς επειδή ήταν ασύμφορη. Όλοι και όλες επέλεγαν το κανονικό καθεστώς ασφάλισης. Γι’ αυτό και τώρα κάνουν τη ρύθμιση υποχρεωτική.
Υπάρχει και κάτι τελευταίο. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία δημαγωγεί, ότι πέτυχε και την αναγνώριση τριών επιπλέον μισθολογικών κλιμακίων (ένα για κάθε 5 χρόνια ασφάλισης στα ΒΑΕ). Όμως, ο εργαζόμενος που εξαντλεί την υπηρεσία, παίρνει έτσι κι αλλιώς όλα τα κλιμάκια. Σε κάθε περίπτωση, και η αναγνώριση αυτών των κλιμακίων εντάσσεται στην τακτική του χρυσώματος του χαπιού.