Κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο 2008
«Το τίποτα αντιπαραβαλλόμενο στο κάτι, το τίποτα του κάτι, είναι ένα τίποτα ορισμένο»
«Το τίποτα αντιπαραβαλλόμενο στο κάτι, το τίποτα του κάτι, είναι ένα τίποτα ορισμένο»
Συνάδελφοι
Εδώ και δύο χρόνια οι νοσοκομειακοί γιατροί είμαστε σε διαδικασίες κινητοποιήσεων με απεργίες, διαδηλώσεις και επισχέσεις εργασίας Οι κινητοποιήσεις αυτές βρίσκονται σήμερα στην κρίσιμη φάση των τελικών «συζητήσεων» της διαπραγματευτικής ομάδας με το υπουργείο υγείας. Όποια κι αν είναι, όμως, η έκβαση τους, είναι φανερό ότι «κάτι» τελικά δεν πήγε καλά. Κι αυτό το «κάτι» πρέπει να το ανακαλύψουμε, να το συζητήσουμε και τελικά να το διορθώσουμε αν θέλουμε την επόμενη φορά οι κινητοποιήσεις μας να πάνε καλύτερα - να δώσουν δηλαδή απάντηση στα πραγματικά προβλήματα του χώρου.
Το πρώτο αρνητικό αυτού του αγώνα είναι ότι παρόλο που ξεκίνησε από τα «κάτω», από ομάδες ειδικευόμενων, και με επίκεντρο την εφαρμογή του 48ωρου, πολύ γρήγορα πέρασε στα χέρια της συνδικαλιστικής ηγεσίας, η οποία για μια ακόμη φορά επιβεβαίωσε τον «πατροπαράδοτο» ρόλο της: αυτόν του νταβατζή των δικών μας αιτημάτων προς όφελος των δικών τους συμφερόντων και της ιεραρχίας στην οποία ανήκουν και εκπροσωπούν (διαπραγμάτευση της θέσης τους στην κομματική ιεραρχία, πολυδιευθυντικό, ανισομερής αύξηση μισθού, έλεγχος κρίσεων και προσλήψεων). Κι έτσι παρόλο που είδαμε αυθόρμητες συνελεύσεις, συντονιστικά ειδικευόμενων, επιτροπές αγώνα, έκτακτο συνέδριο και «διαπραγματευτική ομάδα», όλα αυτά χειραγωγήθηκαν πολύ γρήγορα και δεν αφέθησαν να λειτουργήσουν αμεσοδημοκρατικά με αποτέλεσμα να γίνουν απλά το «αγωνιστικό» άλλοθι της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Από τη στιγμή, λοιπόν, που ο αγώνας έφυγε από τα χέρια μας, η τύχη του ήταν προκαθορισμένη.
Το δεύτερο αρνητικό είναι ότι επιμένουμε όλοι εμείς που ζούμε αποκλειστικά από τις μισθούς μας να επιτρέπουμε στην ιεραρχία και τη συνδικαλιστική ηγεσία να μας κοροϊδεύουν ασύστολα με το παραμύθι ότι «όλος ο κλάδος είναι ενωμένος». Ε, όχι συνάδελφοι, ο κλάδος δεν είναι ενωμένος. Και δεν είναι ενωμένος, γιατί μέσα στον κλάδο μας υπάρχουν αντίθετα συμφέροντα. Αυτό το καταλαβαίνουμε πολύ καλά όλοι οι ειδικευόμενοι, όταν λιώνουμε στις εφημερίες, ενώ η πλειοψηφία των προϊσταμένων μας αράζει στο σπίτι. Το καταλαβαίνουμε πολύ καλά όλοι εμείς που κάνουμε απεργία και χάνουμε μεροκάματα, ενώ οι «φακελάκηδες» όχι μόνο πάνε να δουλέψουν, αλλά μας κοροϊδεύουν κι από πάνω. Και γιατί να κάνουν αλλιώς; Η δική τους δουλειά (φακελάκια από ασθενείς, μίζες από φαρμακευτικές εταιρίες ή εταιρίες ιατρικού εξοπλισμού) γίνεται όταν λειτουργεί το νοσοκομείο κι όχι όταν απεργεί.
Το τρίτο αρνητικό αυτής της κινητοποίησης είναι ότι δεν άνοιξε τον αγώνα σε όλους αυτούς που έχουν τα ίδια συμφέροντα και αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με τα δικά μας. Κατά πρώτο, στο νοσηλευτικό, παραϊατρικό και λοιπό προσωπικό των νοσοκομείων. Των ανθρώπων, δηλαδή, που λιώνουν όπως και μεις στην δουλειά και που κρατάνε στα χέρια τους κυριολεκτικά όλη την λειτουργία των νοσοκομείων. Και κατά δεύτερο, στους ασθενείς που βρίσκονται στην ίδια θέση με μας: που είναι εκμεταλλευόμενοι και κυριαρχούμενοι και δεν έχουν λεφτά και πλούσιες ασφαλίσεις για να τρέχουν στα ιδιωτικά μαγαζιά της υγείας.
Με όλα αυτά τα αρνητικά να βαραίνουν σαν βραχνάς τις μορφές των κινητοποιήσεων μας, ήταν αναπόφευκτο, ότι τα αιτήματα τους θα παρέμεναν εγκλωβισμένα στην λογική αυτών των μορφών.
Πρώτα από όλα το περίφημο 48ωρο. Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το 48ωρο υπήρξε μια επιθετική κίνηση των ευρωπαίων αφεντικών ενάντια σε όλους τους εργαζόμενους με σκοπό την απορρύθμιση του χρόνου εργασίας. Για ποιο λόγο; Για να μπορούν τα αφεντικά να χρησιμοποιούν παραπάνω χρόνο τους εργαζόμενους, όταν έχουν πολλή δουλειά, χωρίς να χρειάζεται να πληρώνουν υπερωρίες. Το 48ωρο, με άλλα λόγια, σκοπό έχει να δυσχεράνει την θέση των εργαζόμενων και να μειώσει το κόστος παραγωγής για τα αφεντικά. Το ίδιο μέτρο, λοιπόν, παρεμπιπτόντως, τείνει να βελτιώσει τις δικές μας εργασιακές συνθήκες, οι οποίοι μπορεί να δουλεύουμε μέχρι και 88 ώρες την βδομάδα. Που φτάσαμε! Να διεκδικούμε ως χρόνο εργασίας αυτό που όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι παλεύουν να καταργήσουν. Και παρόλα αυτά, ακόμα κι αυτά τα πενιχρά οφέλη του 48ωρου και του ρεπό μετά την εφημερία, αποφάσεις του έκτακτου συνεδρίου της ΟΕΝΓΕ που συγκροτήθηκε για να δώσει την ευκαιρία στους συνδικαλιστές να τα βρουν μεταξύ τους πριν τα βρουν με το υπουργείο υγείας πάνω σε αυτό το ζήτημα, απεμπολούνται τώρα από την ομάδα διαπραγμάτευσης αυτού του συνεδρίου (βλέπε –ειδικά- ανακοίνωση της 24/10/2008). Απεμπολούνται στο όνομα της αύξησης των αποδοχών της ιεραρχίας, και του πολυδιευθυντικού συστήματος.
Συνάδελφοι, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το 40ωρο είναι μια κατάκτηση 150 χρόνων όλων των εργαζομένων. Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το σημερινό καθεστώς της εφημερίας υπήρξε προϊόν μιας πρόστυχης συναλλαγής της ιεραρχίας του κλάδου με το κράτος την δεκαετία του 80, μιας συναλλαγής εγκλωβισμού όλων εμάς των υπολοίπων, οι οποίοι διεκδικούμε περισσότερο χρόνο εργασίας (περισσότερες εφημερίες δηλαδή) προκειμένου να αυξήσουμε τις αποδοχές μας, αντί να διεκδικούμε μεγαλύτερο μισθό και μείωση του χρόνου εργασίας.
Είναι τυχαίο ότι οι συνδικαλιστές συμφώνησαν σε αύξηση του βασικού μισθού στους ειδικευόμενους κατά 200 ευρώ και ταυτόχρονα σε μια τερατώδη αύξηση του μισθού της ιεραρχίας; Κι αυτό γιατί με την κατάργηση του βαθμού του αναπληρωτή διευθυντή και την απευθείας προαγωγή όλων των αναπληρωτών σε διευθυντές, εκτός από το να αποκτήσουμε πιο πολλά επίδοξα αφεντικά πάνω από το κεφάλι μας, αποκτάμε ταυτόχρονα και μια ομάδα «συναδέλφων» που αυξάνει έως και 700 ευρώ το μισθό της. Και αυτό το ονομάζουν νίκη.
Συνάδελφοι, είμαστε ενώπιον μιας νέας ήττας. Αυτό δεν είναι «κακό». Κακό είναι να μην αναλογιστούμε τις ευθύνες που μοιραζόμαστε όλοι για να φτάσουμε σ’ αυτή την ήττα. Κακό είναι να μην κατανοήσουμε σε βάθος ότι με τη μη συμμετοχή μας σε συνελεύσεις και κινητοποιήσεις ναρκοθετούμε κάθε δική μας διεκδίκηση, εξουσιοδοτούμε ανθρώπους με αντίθετα από τα δικά μας συμφέροντα να μας εκπροσωπήσουν.
Κακό είναι να μην καταλαβαίνουμε ότι χρειαζόμαστε την συμμαχία των ασθενών για να πετύχουμε τους στόχους μας. Αντί να κλείνουμε δηλαδή τις εφημερίες όταν απεργούμε, γιατί να μην κλείνουμε τα ταμεία των νοσοκομείων, βάζοντας το μαχαίρι στο λαιμό του κράτους και του τοπικού εκπροσώπου του (διοίκηση) στο χώρο υγείας; Γιατί δηλαδή να μην κάνουμε το κράτος να χάσει λεφτά, έχοντας τους ασθενείς με το μέρος μας και στεκόμενοι δίπλα στους συναδέλφους που θέλουν να απεργήσουν, αλλά έτυχε να έχουν εφημερία τη μέρα της απεργίας; Γιατί να μη θέσουμε, έμπρακτα κι όχι στα λόγια, ως πεδίο διεκδίκησης το ζήτημα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, το ζήτημα των «κουρασμένων» γιατρών - επικίνδυνων για τους ασθενείς, το ζήτημα της υγείας ως κοινωνικού μη εμπορεύσιμου αγαθού που αφορά τόσο υγειονομικούς όσο και ασθενείς που πρέπει να την πάρουν στα χέρια τους και όχι ως υπόθεση του κράτους και του κεφαλαίου;
Κακό είναι να αδιαφορούμε όταν οι νοσηλευτές ή το παραϊατρικό προσωπικό αγωνίζονται για τα δικά τους αιτήματα. Αντί να σταθούμε δίπλα τους, αντί να ανοίξουμε τις δικές μας συνελεύσεις σε όλο το προσωπικό του νοσοκομείου, αντί να διεκδικήσουμε από κοινού αυξήσεις σε μισθούς. Πως θέλουμε κατόπιν την δική τους βοήθεια, όταν κάνουμε εμείς απεργία;
Κακό είναι να κλείνουμε τα μάτια μπροστά σε όσους τα «παίρνουν» από τους ασθενείς ή από τις φαρμακοεταιρίες. Η λογική «εγώ δεν κάνω ότι αυτός, αλλά τον καταλαβαίνω» είναι λογική ήττας. Πρέπει να απομονώσουμε και να καταδικάσουμε όσους έχουν αυτές τις συμπεριφορές είτε είναι διευθυντές είτε επιμελητές είτε ειδικευόμενοι. Να αρνηθούμε την συνεργασία μαζί τους έμπρακτα, στην καθημερινότητα της δουλειάς μας.
Συνάδελφοι, όλα αυτά που μας μαθαίνανε από τη σχολή «για το επιστημονικό κύρος που κάνει κεντρικό το ρόλο του γιατρού στην διαχείριση των ασθενών» είναι ένα τερατώδες ψέμα. Όποιος δεν θέλει να κατανοήσει ότι η φροντίδα του ασθενούς δεν είναι μόνο υπόθεση των γιατρών, αλλά ενός ολόκληρου κόσμου που κινείται και δουλεύει στο νοσοκομείο, ας αναλογιστεί τι θα γινόταν σε μια καθολική απεργία των νοσηλευτών ή των τραυματιοφορέων των επειγόντων. Τότε μόνο θα μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του κάθε εργαζόμενου μέσα στο χώρο υγείας.
Η υγεία των ασθενών και η θεραπεία τους είναι ένα σύνθετο ζήτημα που μέρος του είμαστε όλοι όσοι δουλεύουμε στους χώρους υγείας, όπως και οι ίδιοι οι ασθενείς. Ένα ζήτημα που έχει να κάνει κυρίως με τις συνθήκες της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας που επιβάλει το κράτος για χάρη του κεφαλαίου σε όλους τους τομείς της καθημερινής μας ζωής κι όχι με τις γνώσεις, τις δυνατότητες ή τις προσπάθειες των γιατρών. Γιατί ας μην γελιόμαστε: η φτώχεια είναι η υπό αριθμόν ένα αιτία θανάτου στον κόσμο σήμερα και γι’ αυτήν τα φάρμακα που διαθέτει η ιατρική είναι άχρηστα.
Συνάδελφοι είναι καιρός να πούμε ένα: Φτάνει πια. Καιρός να καταλάβουμε κάτι πολύ απλό. Είμαστε μισθωτοί εργαζόμενοι και εργαζόμενες στην υγεία με μισθό χίλια ευρώ το μήνα (κι αν δουλεύουμε σε κανένα ιδιωτικό μαγαζί ακόμα λιγότερα), δεν είμαστε «ελίτ», δεν είμαστε «επιστήμονες», δεν θέλουμε να γίνουμε ελίτ, δεν θέλουμε να γίνουμε «επιστήμονες».
Συνάδελφοι, είμαστε ενώπιον μιας νέας ήττας. Αυτό δεν είναι «κακό». Κακό είναι να μην αναλογιστούμε τις ευθύνες που μοιραζόμαστε όλοι για να φτάσουμε σ’ αυτή την ήττα. Κακό είναι να μην κατανοήσουμε σε βάθος ότι με τη μη συμμετοχή μας σε συνελεύσεις και κινητοποιήσεις ναρκοθετούμε κάθε δική μας διεκδίκηση, εξουσιοδοτούμε ανθρώπους με αντίθετα από τα δικά μας συμφέροντα να μας εκπροσωπήσουν.
Κακό είναι να μην καταλαβαίνουμε ότι χρειαζόμαστε την συμμαχία των ασθενών για να πετύχουμε τους στόχους μας. Αντί να κλείνουμε δηλαδή τις εφημερίες όταν απεργούμε, γιατί να μην κλείνουμε τα ταμεία των νοσοκομείων, βάζοντας το μαχαίρι στο λαιμό του κράτους και του τοπικού εκπροσώπου του (διοίκηση) στο χώρο υγείας; Γιατί δηλαδή να μην κάνουμε το κράτος να χάσει λεφτά, έχοντας τους ασθενείς με το μέρος μας και στεκόμενοι δίπλα στους συναδέλφους που θέλουν να απεργήσουν, αλλά έτυχε να έχουν εφημερία τη μέρα της απεργίας; Γιατί να μη θέσουμε, έμπρακτα κι όχι στα λόγια, ως πεδίο διεκδίκησης το ζήτημα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, το ζήτημα των «κουρασμένων» γιατρών - επικίνδυνων για τους ασθενείς, το ζήτημα της υγείας ως κοινωνικού μη εμπορεύσιμου αγαθού που αφορά τόσο υγειονομικούς όσο και ασθενείς που πρέπει να την πάρουν στα χέρια τους και όχι ως υπόθεση του κράτους και του κεφαλαίου;
Κακό είναι να αδιαφορούμε όταν οι νοσηλευτές ή το παραϊατρικό προσωπικό αγωνίζονται για τα δικά τους αιτήματα. Αντί να σταθούμε δίπλα τους, αντί να ανοίξουμε τις δικές μας συνελεύσεις σε όλο το προσωπικό του νοσοκομείου, αντί να διεκδικήσουμε από κοινού αυξήσεις σε μισθούς. Πως θέλουμε κατόπιν την δική τους βοήθεια, όταν κάνουμε εμείς απεργία;
Κακό είναι να κλείνουμε τα μάτια μπροστά σε όσους τα «παίρνουν» από τους ασθενείς ή από τις φαρμακοεταιρίες. Η λογική «εγώ δεν κάνω ότι αυτός, αλλά τον καταλαβαίνω» είναι λογική ήττας. Πρέπει να απομονώσουμε και να καταδικάσουμε όσους έχουν αυτές τις συμπεριφορές είτε είναι διευθυντές είτε επιμελητές είτε ειδικευόμενοι. Να αρνηθούμε την συνεργασία μαζί τους έμπρακτα, στην καθημερινότητα της δουλειάς μας.
Συνάδελφοι, όλα αυτά που μας μαθαίνανε από τη σχολή «για το επιστημονικό κύρος που κάνει κεντρικό το ρόλο του γιατρού στην διαχείριση των ασθενών» είναι ένα τερατώδες ψέμα. Όποιος δεν θέλει να κατανοήσει ότι η φροντίδα του ασθενούς δεν είναι μόνο υπόθεση των γιατρών, αλλά ενός ολόκληρου κόσμου που κινείται και δουλεύει στο νοσοκομείο, ας αναλογιστεί τι θα γινόταν σε μια καθολική απεργία των νοσηλευτών ή των τραυματιοφορέων των επειγόντων. Τότε μόνο θα μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του κάθε εργαζόμενου μέσα στο χώρο υγείας.
Η υγεία των ασθενών και η θεραπεία τους είναι ένα σύνθετο ζήτημα που μέρος του είμαστε όλοι όσοι δουλεύουμε στους χώρους υγείας, όπως και οι ίδιοι οι ασθενείς. Ένα ζήτημα που έχει να κάνει κυρίως με τις συνθήκες της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας που επιβάλει το κράτος για χάρη του κεφαλαίου σε όλους τους τομείς της καθημερινής μας ζωής κι όχι με τις γνώσεις, τις δυνατότητες ή τις προσπάθειες των γιατρών. Γιατί ας μην γελιόμαστε: η φτώχεια είναι η υπό αριθμόν ένα αιτία θανάτου στον κόσμο σήμερα και γι’ αυτήν τα φάρμακα που διαθέτει η ιατρική είναι άχρηστα.
Συνάδελφοι είναι καιρός να πούμε ένα: Φτάνει πια. Καιρός να καταλάβουμε κάτι πολύ απλό. Είμαστε μισθωτοί εργαζόμενοι και εργαζόμενες στην υγεία με μισθό χίλια ευρώ το μήνα (κι αν δουλεύουμε σε κανένα ιδιωτικό μαγαζί ακόμα λιγότερα), δεν είμαστε «ελίτ», δεν είμαστε «επιστήμονες», δεν θέλουμε να γίνουμε ελίτ, δεν θέλουμε να γίνουμε «επιστήμονες».
Είμαστε ένας κρίκος της ιεραρχικής αλυσίδας της υγείας πάνω από το υπόλοιπο προσωπικό του νοσοκομείου και βέβαια τους ασθενείς. Αυτοί μπορούν να είναι οι μόνοι μας σύμμαχοι, όπως και κείνα τα κομμάτια της ιεραρχίας που μοιράζονται την δουλειά μαζί με μας, που μας βλέπουν σαν ίσους και όχι σαν «παιδιά», «βοηθούς» ή «χαμάληδες».Οι επιλογές που έχουμε είναι δύο: ή να κάνουμε συμμαχίες με τους αποκάτω και να σπάσουμε την αλυσίδα στον αμέσως επόμενο κρίκο ή να γλείφουμε τους αποπάνω με την (ψεύτικη για τους περισσότερους) ελπίδα να ανέβουμε κάποτε στο επόμενο σκαλί της ιεραρχίας. Ένα και ένα κάνουν δύο.
Συνάδελφοι, έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλον. Έχουμε ανάγκη τη συνεργασία, τις γνώσεις, την ενθάρρυνση, τη «δεύτερη γνώμη» του συναδέλφου. Έχουμε ανάγκη να αγωνιζόμαστε μαζί στο δρόμο ενάντια στις επιλογές των κυβερνήσεων και του κεφαλαίου για την υγεία, όπως αγωνιζόμαστε μαζί στην καθημερινότητα της δουλειάς ενάντια στην ιεραρχία και τις αυθαιρεσίες της, όπως αγωνιζόμαστε στα επείγοντα ή στις κλινικές προκειμένου να προσφέρουμε μια στοιχειώδη περίθαλψη στους ασθενείς.
Και αν μην τι άλλο σ’ αυτό τον αγώνα πρέπει να αντικρίσουμε με καθαρό βλέμμα τους εχθρούς μας, όπως αντικρίζουμε τους φίλους μας. Γιατί εχθρός μας δεν είναι μόνο ο κάθε Αβραμόπουλος, κομμάτι ενός νεοφιλελεύθερου πολιτικού προσωπικού. Οι εχθροί μας δεν είναι μόνο όσοι στηρίζουν άμεσα ή έμμεσα αυτή την πολιτική. Ο εχθρός μας είναι εσωτερικός, πρώτα και κύρια. Είναι όσοι έχουν εξουσιοδοτηθεί να πουλάνε τους αγώνες μας (συνδικαλιστές) και όσοι τους σαμποτάρουν, σε όποια θέση κι αν βρίσκονται. Εχθρός μας είναι εκείνο το κομμάτι της ιεραρχίας που μας διατάζει και μας εκμεταλλεύεται τόσο εμάς, όσο και τους ασθενείς. Και μάλιστα όσο περισσότερο εκμεταλλεύεται εμάς, τόσο περισσότερο μπορεί να εκμεταλλεύεται τους ασθενείς.
Αιτήματα; Ποια αιτήματα; Ας καταλάβουμε πρώτα τι μας γίνεται, ας ορίσουμε τους εχθρούς και τους συμμάχους μας, ας επαναπροσδιορίσουμε την μορφή των αγώνων που δίνουμε σαν άμεση δημοκρατία και σαν «κάθε απόφαση στις γενικές συνελεύσεις», ας επαναπροσδιορίσουμε την ίδια την στάση μας απέναντι στη συλλογικότητα. Ας κατανοήσουμε πρώτα και κύρια την θέση μας μέσα σ’ αυτό το σύστημα που βρεθήκαμε και ακόμα περισσότερο ας κατανοήσουμε ότι αν δεν κουνήσουμε τα χέρια μας, τα πράγματα θα χειροτερεύουν όλο και περισσότερο. Μετά έχουμε όλο τον καιρό να συζητήσουμε όλοι μαζί, συλλογικά, για αιτήματα.
Συνάδελφοι, έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλον. Έχουμε ανάγκη τη συνεργασία, τις γνώσεις, την ενθάρρυνση, τη «δεύτερη γνώμη» του συναδέλφου. Έχουμε ανάγκη να αγωνιζόμαστε μαζί στο δρόμο ενάντια στις επιλογές των κυβερνήσεων και του κεφαλαίου για την υγεία, όπως αγωνιζόμαστε μαζί στην καθημερινότητα της δουλειάς ενάντια στην ιεραρχία και τις αυθαιρεσίες της, όπως αγωνιζόμαστε στα επείγοντα ή στις κλινικές προκειμένου να προσφέρουμε μια στοιχειώδη περίθαλψη στους ασθενείς.
Και αν μην τι άλλο σ’ αυτό τον αγώνα πρέπει να αντικρίσουμε με καθαρό βλέμμα τους εχθρούς μας, όπως αντικρίζουμε τους φίλους μας. Γιατί εχθρός μας δεν είναι μόνο ο κάθε Αβραμόπουλος, κομμάτι ενός νεοφιλελεύθερου πολιτικού προσωπικού. Οι εχθροί μας δεν είναι μόνο όσοι στηρίζουν άμεσα ή έμμεσα αυτή την πολιτική. Ο εχθρός μας είναι εσωτερικός, πρώτα και κύρια. Είναι όσοι έχουν εξουσιοδοτηθεί να πουλάνε τους αγώνες μας (συνδικαλιστές) και όσοι τους σαμποτάρουν, σε όποια θέση κι αν βρίσκονται. Εχθρός μας είναι εκείνο το κομμάτι της ιεραρχίας που μας διατάζει και μας εκμεταλλεύεται τόσο εμάς, όσο και τους ασθενείς. Και μάλιστα όσο περισσότερο εκμεταλλεύεται εμάς, τόσο περισσότερο μπορεί να εκμεταλλεύεται τους ασθενείς.
Αιτήματα; Ποια αιτήματα; Ας καταλάβουμε πρώτα τι μας γίνεται, ας ορίσουμε τους εχθρούς και τους συμμάχους μας, ας επαναπροσδιορίσουμε την μορφή των αγώνων που δίνουμε σαν άμεση δημοκρατία και σαν «κάθε απόφαση στις γενικές συνελεύσεις», ας επαναπροσδιορίσουμε την ίδια την στάση μας απέναντι στη συλλογικότητα. Ας κατανοήσουμε πρώτα και κύρια την θέση μας μέσα σ’ αυτό το σύστημα που βρεθήκαμε και ακόμα περισσότερο ας κατανοήσουμε ότι αν δεν κουνήσουμε τα χέρια μας, τα πράγματα θα χειροτερεύουν όλο και περισσότερο. Μετά έχουμε όλο τον καιρό να συζητήσουμε όλοι μαζί, συλλογικά, για αιτήματα.
Συλλογικότητα εργαζομένων στην υγεία Salue Bellum
saluebellum@gmail.com