Το τελευταίο διάστημα έχω βρεθεί 4-5 φορές στην πλατεία Συντάγματος. Αργά τα βράδια, μετά τη δουλειά (όπως και απόψε) όταν δεν είμαι κομμάτια από την κούραση, κατεβαίνω στη συνέλευση και ακούω ανθρώπους με αγωνία για το μέλλον τους, γονείς που ανησυχούν για το μέλλον των παιδιών τους, εργαζόμενους που δεν ξέρουν αν αύριο θα βρίσκονται στη δουλειά τους και πόσα θα παίρνουν. Είμαι και εγώ ένας από αυτούς, τους τελευταίους.
Βλέπω ανέργους που είναι κάθε βράδυ εκεί γιατί δεν μπορούν να είναι πουθενά αλλού μετά από μια ακόμη άκαρπη μέρα στη γύρα για μεροκάματο.
Βλέπω ηλικιωμένους που τους δίνει ζωή η συνύπαρξη με νεώτερους, βλέπω αφανείς στοχαστές και ρομαντικούς αριστερούς οι οποίοι τόσα χρόνια κατέβαιναν στους δρόμους, με συνδικάτα, σωματεία, κινήματα ή έτσι μόνοι τους, να τους λένε γραφικούς, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή, τα 500 άτομα θα γίνουν 40.000, ότι κάποια στιγμή η συνείδηση για την ανατροπή του άθλιου κατεστημένου που μας έχει κάνει σκλάβους χωρίς φωνή, θα ξυπνήσει.
Βλέπω ανθρώπους λαϊκούς με μυαλά απαίδευτα, μέσα στην οργή και την απόγνωσή τους να πετάνε αρλούμπες και να με πιάνουν τα γέλια, βλέπω αγνούς πατριώτες που φοβούνται ακόμα και να πουν ότι ονειρεύονται μία πατρίδα δυνατή, πλούσια, που δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους, γιατί η υποκρισία του συστήματος και των δούλων του, βάφτισε και αυτή τη λέξη «λαϊκισμό» και την έκανε απαγορευμένη.
Βλέπω άσχετους που χαζεύουν προσπαθώντας να καταλάβουν τι στην ευχή κάνει όλος αυτός ο κόσμος κάθε βράδυ. Άλλοι την κοπανάνε στο πρώτο πεντάλεπτο, άλλοι κάθονται λίγο παραπάνω και φεύγουν απηυδισμένοι όταν η συνέλευση κάνει κοιλιά γιατί κόλλησε σε ένα θέμα χωρίς ουσία και ο καθένας λέει το κοντό του και το μακρύ του, όπως και απόψε. Δύσκολη η «άμεση δημοκρατία» και κυρίως επίπονη. Άλλοι πάλι κάθονται όλο το βράδυ και έρχονται και την επόμενη μέρα. Από άσχετοι γίνονται «σχετικοί», βρίσκουν όσα λέγονται και γίνονται πολύ ενδιαφέροντα και κυρίως διαφορετικά.
Μια κοπέλα πήρε το λόγο τις προάλλες, σε μία από τις πρώτες συνελεύσεις. «Είμαι άνεργη, κατεβαίνω χρόνια σε πορείες και συμμετείχα σε όλες τις προηγούμενες προσπάθειες να κάνουμε κάτι για να αλλάξει αυτή η κατάσταση. Ήμουν απογοητευμένη. Τώρα δεν είμαι απογοητευμένη αλλά ούτε και χαρούμενη. Τώρα έχω αγωνία γιατί αυτό που γίνεται είναι κάτι άλλο. Σας παρακαλώ, σας ικετεύω μην το αφήσετε να σβήσει, όπως έσβησαν τα προηγούμενα. Μετά δεν θα έχω καμία ελπίδα. Σας παρακαλώ», την άκουγες και σου τρύπαγε το στομάχι.
Τον τελευταίο καιρό συζητώ με αρκετό κόσμο για όλη αυτή την κατάσταση με το χρέος, με το μνημόνιο, τους πολιτικούς, τις προτάσεις και διαπιστώνω κάτι πρωτοφανές: Οι πιο πιστοί σύμμαχοι αυτών που έχουν φέρει τους φτωχούς στα όρια της πείνας και τους μεσαίους στα όρια της φτώχειας, δεν είναι οι μεγαλοεκδότες, οι εργολάβοι και οι γλύφτες. Αυτοί στηρίζουν το κατεστημένο γιατί είναι οι ίδιοι μέρος του κατεστημένου και μέσα από τη διατήρηση των πραγμάτων στην παρούσα κατάσταση έχουν μόνο να κερδίσουν, λίγα ή πολλά. Τους ξέρουμε, γνωρίζουμε ότι κατέχουν τεράστια εξουσία οικονομική και θεσμική, ότι ελέγχουν όλα τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, είναι γνωστός πλέον ο τρόπος που δρουν και συμπεριφέρονται.
Αυτό που κανείς δεν θα περίμενε, είναι ο ζήλος και η αγωνία πολλών απλών ανθρώπων που καμία σχέση δεν έχουν με την ελίτ (αν και βλακωδώς επιμένουν να ζουν με αυτή την ψευδαίσθηση) να υπερασπιστούν τις πρακτικές του μνημονίου και πολύ περισσότερο τους εκφραστές του εντός και εκτός Ελλάδας! Είναι φανερό ότι μία μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας αισθάνεται ακόμα ασφαλής όσο εκταμιεύονται τεράστια ποσά δανείων με ληστρικά επιτόκια και αντάλλαγμα την εθνική κυριαρχία της χώρας για να πληρώνονται παλαιότερα δανεικά και άρα να παίρνει παράταση η χρεοκοπία και άρα η κάλπικη ζωή τους. Εκείνο που δεν λέει να καταλάβει είναι πως, όταν ως χώρα έχεις πάρει δάνειο το 1995 με επιτόκιο 2,7% και το αποπληρώνεις το 2011 με άλλο δάνειο που σου χορήγησε ο μηχανισμός «στήριξης» με επιτόκιο 5,8%, τότε η χρεοκοπία είναι θέμα χρόνου.
Βέβαια, όταν παρά την κρίση διατηρείς εισοδήματα που σου επιτρέπουν ακόμα να ζεις μακριά από τον τρόμο της φτώχειας και της ανεργίας, σου είναι πολύ δύσκολο να καταλάβεις ότι όλο και περισσότεροι έχουν μπει ήδη σε αυτό το τούνελ. Ακόμα δυσκολότερα θα συνειδητοποιήσεις ότι, πιο πιθανό είναι να χάσεις και εσύ τη δουλειά σου από το να πάρεις προαγωγή και αύξηση. Ο φόβος φυσικά αρχίζει να φωλιάζει σιγά - σιγά στο πίσω μέρος του μυαλού αλλά όταν κάτι δεν μας αρέσει, από τη φύση μας θέλουμε να φεύγουμε μακριά του, να το ξεχνάμε και να βρίσκουμε λόγους να συμφιλιωθούμε μαζί του.
Δυστυχώς ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου δεν συμμετέχει (ακόμα) στις πλατείες. Κάποιοι από αυτούς δεν θα συμμετάσχουν ποτέ. Όταν έχεις περιουσία, γερές κληρονομιές, ασφάλεια και καβάτζες είναι πολύ δύσκολο να μπεις στη θέση του διπλανού σου που δεν έχει να δώσει γάλα στα παιδιά του. Για την ακρίβεια, δεν είναι δύσκολο. Είναι ενοχλητικό. Τόσο ενοχλητικό που, όχι μόνο αρνείσαι να συζητήσεις την επιλογή κάποιων να κατέβουν στο δρόμο αλλά την απορρίπτεις και την κατηγορείς με τρόπο πιο απόλυτο από ότι θα το έκανε ο πιο φανατικός καπιταλιστής. Εκφράσεις όπως «που ήταν οι αγανακτισμένοι όταν....;» ή «το ετερόκλητο πλήθος της πλατείας», ή «ομάδες χωρίς προσανατολισμό και οργάνωση», ή «κάθε καρυδιάς καρύδι» ή «αυτοί δεν έχουν ιδέα από δημοκρατία», ακούγονται πλέον από ανθρώπους υποτίθεται σκεπτόμενους που αναμασούν σχεδόν μηχανικά τα κλισέ των ξεπουλημένων τηλεοπτικών δελτίων και, το χειρότερο, απέναντι σε αυτό το «άτακτο πλήθος» απαντούν με μία στείρα άρνηση χωρίς καμία εναλλακτική. «Δεν μας νοιάζει το ξεπούλημα της χώρας, η ανεργία που μας κλείνει το μάτι, οι μειώσεις μισθών που ήδη βιώνουμε, η τρομοκρατία των εργοδοτών, η φορολογία που μας γονατίζει. Όχι! Σημασία έχει να αποτύχουν οι αγανακτισμένοι. Δεν μας ενοχλεί το χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα, τα φαιδρά πρόσωπα που το απαρτίζουν, οι εθελόδουλοι υπουργοί, οι τροϊκανοί που κόβουν βόλτες στα κυβερνητικά κτίρια. Καθόλου! Σημασία έχει οι αγανακτισμένοι να ξεφουσκώσουν! Γιατί έτσι θα βγούμε εμείς σωστοί. Γιατί έτσι θα θριαμβεύσει το πείσμα μας να μην αλλάξει τίποτα. Γιατί έτσι θα σωθεί το σπιτάκι μας, το αμαξάκι μας, η βόλτα μας, οι διακοπούλες μας. Έστω λίγο φτηνότερες, έστω λίγο φτωχότερα. Τι σημασία έχει αν θα ζούμε σε μία χώρα εξαθλιωμένων, σε μία χώρα ρημαγμένη, χωρίς περιουσιακά στοιχεία, ταπεινωμένη και ανυπόληπτη; Σημασία έχει οι αγανακτισμένοι, αυτοί που ενσαρκώνουν όσα μισήσαμε, τον κρυφό μας εαυτό, να φύγουν με σκυμμένα κεφάλια». Είναι απίστευτο το μένος με το οποίο καταδικάζουν τους αγανακτισμένους εκείνοι που κάποια στιγμή χαρακτηρίστηκαν «βολεμένοι». Ατυχής χαρακτηρισμός. Διότι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα ήδη κατατέθηκε στη βουλή. Μεσοπρόθεσμα λοιπόν, κανείς δεν είναι βολεμένος. Σύντομα θα καταλάβουν και αυτοί ότι η ιστορία γράφεται στους δρόμους. Αρκεί αυτό το «σύντομα» για αυτούς, να μην είναι «αργά» για όλους μας.
Πηγή: Άσυλο Ανιάτων