Του Σπύρου Παπακωνσταντίνου
Πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα αναλύσεις, απόψεις, συμβουλές, σχόλια και κάθε είδους αναφορές στα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα προπαγάνδας του συστήματος σχετικά με την κατάσταση στον δημόσιο τομέα της περίθαλψης. Σπατάλη, κακοδιαχείριση, μαύρο χρήμα αποτελούν τη μόνιμη επωδό, προϊδεάζοντας για το τι πρόκειται ν’ ακολουθήσει. Εγγενείς αντιφάσεις του συστήματος (τους) μπερδεύονται σκόπιμα με τους εργαζόμενους στον συγκεκριμένο τομέα και τα δικαιώματά τους, με στόχο τη διασπορά ενός κουρνιαχτού και τον αποπροσανατολισμό του κόσμου.
Η κυβέρνηση αναλαμβάνει να βάλει «τάξη» και σ’ αυτόν τον τομέα. Άλλωστε ασφαλιστικά ταμεία, νομαρχίες-δήμοι και νοσοκομεία έχουν μπει εδώ και καιρό στο μικροσκόπιο της τρόικας και του μισητού μνημονίου. Οι ιμπεριαλιστές ζητούν και εδώ «αίμα» (στην κυριολεξία αυτή τη φορά, μιας και αναφερόμαστε στο ζωτικό θέμα της υγείας). Ο «Καλλικράτης» τείνει να γίνει μόνιμο μότο (στην παιδεία, την υγεία κ.α.). Θέλουν στα σοβαρά να μειώσουν τις δαπάνες ή μήπως να τις μετακυλήσουν στα πλατιά λαϊκά στρώματα; Βάλθηκαν να χτυπήσουν τα κέρδη των μονοπωλίων που λυμαίνονται το χώρο ή μήπως να ελαχιστοποιήσουν την κρατική συμμετοχή, αναγκάζοντας τον κόσμο να βάλει το χέρι στην τσέπη;
Ας ξεκινήσουμε με μια βασική παραδοχή – αυτήν ακριβώς που αρνείται το σύστημα: ο λαός, οι εργαζόμενοι έχουν ήδη προπληρώσει για την περίθαλψή τους πολύ πριν περάσουν την πόρτα ενός νοσοκομείου, ενός ιατρείου ή ενός φαρμακείου. Η κράτηση που γίνεται στο μισθό, το μεροκάματο ή τη σύνταξη είναι μια πραγματικότητα. Η προκαταβολή αυτή όμως δεν «τους» φτάνει. Απαιτούν και επιβάλλουν με διάφορους νόμους και την «επί τόπου» πληρωμή. Ετσι έχουμε δαπάνες περίθαλψης που δεν καλύπτουν εν όλω ή εν μέρει τα ασφαλιστικά ταμεία. Ακόμα και όσοι είναι τυπικά ανασφάλιστοι υπήρξαν σε κάποια προηγούμενη περίοδο ασφαλισμένοι και είχαν καταβάλει. Αλλά ας αφήσουμε την «οικονομική» πλευρά του ζητήματος και ας δούμε την πιο ουσιαστική.
Το ζήτημα της περίθαλψης –όπως και το ανάλογο της σύνταξης, της πρόνοιας, της εκπαίδευσης κ.ά.– είναι ένα βαθιά ταξικό ζήτημα. Το κεφάλαιο αναγκάστηκε κάτω από συγκεκριμένους ταξικούς συσχετισμούς και μετά από αγώνες και αναμετρήσεις να επιστρέψει ένα μέρος από την κλεμμένη υπεραξία, από την εκμετάλλευση των εργαζομένων την ώρα της δουλειάς. Η δωρεάν περίθαλψη (όσο και όπως) ήταν αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της ταξικής αναμέτρησης, αντικατόπτριζε το συσχετισμό δύναμης που είχε κατακτηθεί–διαμορφωθεί. Η ανατροπή σε βάρος της εργαζόμενης πλειοψηφίας αυτού του συσχετισμού ήταν και αυτό που οδηγεί στη σημερινή ξέφρενη επίθεση μεταξύ των άλλων και στο δικαίωμα στην περίθαλψη. Το βάρος αυτού του κόστους προσπαθεί σήμερα ν’ αποτινάξει από πάνω του το κράτος (ο συλλογικός καπιταλιστής), φορτώνοντάς το στις πλάτες του λαού.
Ας γίνουμε, ωστόσο, πιο συγκεκριμένοι αναφορικά με τη λειτουργία των νοσοκομείων. Ο λεγόμενος νόμος Παπαδόπουλου (Ν. 2889/2001) αποτέλεσε μια τομή στο κεφάλαιο αυτό (βλέπε αναλυτικές μας τοποθετήσεις μέσα από τις στήλες της «Προλεταριακής Σημαίας» της περιόδου). Βασική του πλευρά-επιδίωξη αποτέλεσε η εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στη λειτουργία των δημόσιων νοσοκομείων, η εγκαθίδρυση μιας μορφής αποδοτικότητας, η διεύρυνση της ιδιωτικοποίησης με την προσφορά ευρύτερου πεδίου δράσης στο κεφάλαιο και μετακύλιση του κόστους στο λαό. Σήμερα όλα αυτά (καλά για αρχή) μοιάζουν «προδρομικά» μπροστά στις ορέξεις και τη φόρα του κεφαλαίου. Μια σειρά νόμων (Κακλαμάνη, Αβραμόπουλου κ.λπ.) κινήθηκαν πάνω στον ίδιο καμβά. Οι απαιτήσεις όμως όλο και μεγαλώνουν αυτών που πραγματικά υπαγορεύουν συγκεκριμένες πολιτικές στη βάση πάντα των συγκεκριμένων ταξικών συμφερόντων τους.
Το εισιτήριο-εξιτήριο (1.000 δρχ. τότε, 3 ευρώ σήμερα) το εφάπαξ ποσό για τη νοσηλεία (5.000 δρχ. τότε και ανάλογα σήμερα), η πληρωμή των εξετάσεων ακόμα και στην εφημερία, τα ιδιωτικά απογευματινά ιατρεία φαντάζουν «λίγα» για σήμερα. Κυρίαρχα τους ενδιαφέρει να εμπεδωθεί και να παγιωθεί μια αντίληψη ότι «το τσάμπα πέθανε». Ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής ενός ανθρώπου το χέρι πρέπει να είναι μονίμως (και βαθιά) στην τσέπη. Απάνθρωπο και κυνικό, θα σκεφτεί κάποιος, και θα έχει δίκιο πέρα για πέρα.
Αλλά ας έρθουμε στη σημερινή πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Αφού κατεδάφισε (και ως φυσικά πρόσωπα) την ασφάλιση, προετοιμάζεται για το νέο πεδίο. Εξαπολύεται νέο πογκρόμ κατά των μεταναστών (ο εύκολος στόχος), που για άλλη μια φορά αποτελούν την πηγή των περισσοτέρων δεινών αυτού του τόπου (τώρα, το αν το σύστημα και το κεφάλαιο τους εκμεταλλεύεται πολλαπλάσια, αυτό δεν έχει καμία σημασία). Η πρώτη εγκύκλιος του νέου υπουργείου Υγείας –και αυτό είναι χαρακτηριστικό- αφορά την «υπενθύμιση» ότι και οι μετανάστες πρέπει να πληρώνουν σ’ ένα δημόσιο νοσοκομείο. Οι «άλλοι» που ίσως πρέπει να πληρώνουν είμαστε όλοι εμείς που προστρέχουμε την ώρα του πόνου στα νοσοκομεία. Μάλιστα προανήγγειλε ότι το εξέταστρο θα γίνει υποχρεωτικό και στα επείγοντα περιστατικά την ώρα της εφημερίας. Θα ρωτούσε κάποιος εύλογα «θα σωθούν τα νοσοκομεία με τα 3 ευρώ;» και η απάντηση θα ερχόταν ανάλογη: «από κάπου έπρεπε ν’ αρχίσουν».
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στον κεντρικό στόχο του Μνημονίου ΔΝΤ, Ε.Ε. και κυβέρνησης, που μάλλον στο κεφάλαιο της περίθαλψης «παραβίασε ανοιχτές θύρες», μιας και εδώ και πάνω από 10 χρόνια υπάρχουν δείγματα γραφής στη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Έχουμε λοιπόν έναν διακηρυγμένο διπλό στόχο: από τη μια να ελαχιστοποιηθεί η δαπάνη του κράτους στον τομέα της περίθαλψης και από την άλλη να μεταβιβαστεί στον κάθε εργαζόμενο, άνεργο ή μετανάστη, η ευθύνη αναπαραγωγής της εργατικής του δύναμης. Μια τέτοια πολιτική βρίσκεται σε εξέλιξη (στην τελική φάση σχεδιασμού, θα λέγαμε) και θα εκδηλωθεί σύντομα και σε πολλά επίπεδα. Ιδιαίτερα σήμερα το σύστημα μοιάζει να θεωρεί πολυτέλεια ακόμα και στοιχειώδη πράγματα για την επιβίωση των εργαζομένων. Πολύ περισσότερο που το μεγαλύτερο ίσως μέρος των «χρηστών υπηρεσιών υγείας» βρίσκεται σε μη παραγωγική κατάσταση (απόμαχοι της δουλειάς, αντιμετωπίζοντας χρόνια προβλήματα υγείας κ.λπ.) και δεν μπορεί το κεφάλαιο να τους εκμεταλλευτεί πλέον.
Είναι λοιπόν αναγκαίο –γιατί αποτελεί κυριολεκτικά όρο ζωής– να υπάρξει μαζική αντίσταση στη προσπάθεια εφαρμογής αυτής της πολιτικής. Και οι φορείς αυτής της αντίστασης δεν μπορεί να είναι άλλοι από τους εργαζόμενους στον τομέα της περίθαλψης και κυρίως τα ίδια τα λαϊκά στρώματα που βλέπουν τη ζωή τους να χειροτερεύει με δραματικό-απότομο τρόπο. Τα περιθώρια να έχει κάποιος ένα κομπόδεμα «για τη δύσκολη ώρα» έχουν στενέψει απελπιστικά και είναι ακριβώς αυτή η λογική, που καλλιεργήθηκε στην πράξη για δεκαετίες, η οποία πρέπει να χτυπηθεί. Με συλλογικό τρόπο πρέπει να τεθεί το ζήτημα. Η πολιτική τής ολοένα και μεγαλύτερης εμπορευματοποίησης του κοινωνικού αγαθού της υγείας δεν πρέπει να περάσει. Κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην περίθαλψη. Αυτό που χτυπιέται μεθοδικά από τις δυνάμεις του συστήματος είναι ο ΔΩΡΕΑΝ χαρακτήρας της. Γι’ αυτό και μπορεί εύκολα ο καθένας να παρατηρήσει «βαθυστόχαστες» αναλύσεις ή προτάσεις που διανθίζονται από διάφορα επίθετα και που σκόπιμα «ξεχνούν» αυτό το βασικό στοιχείο. Γιατί αυτό είναι που έχει μπει στο στόχαστρο της επίθεσης. Από εκεί και πέρα, τα ελλείμματα και τα χρέη, που οι ίδιοι τα εμφανίζουν ως τέτοια, αποτελούν το άλλοθι αυτής της πολιτικής.
Ας αναφερθούμε, πριν κλείσουμε αυτό το άρθρο, σε ένα ακόμη ζήτημα που τίθεται σε σχέση με το θέμα και της περίθαλψης. Η σημερινή αναδιάρθρωση του αστικού κράτους το θέτει ευθέως: οι λεγόμενες κοινωνικές δαπάνες πρέπει να εκμηδενιστούν και τα κρατικά έσοδα να κατευθυνθούν στην άμεση αναπαραγωγή του κεφαλαίου και μόνον. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι προωθείται η λογική της «αυτοχρηματοδότησης» των νοσοκομείων, των σχολείων, των δήμων, των συγκοινωνιών κ.λπ. Πίσω από αυτές τις λέξεις κρύβεται η κατεύθυνση για τη μεγαλύτερη δυνατή αφαίμαξη των λαϊκών στρωμάτων και τη μικρότερη δυνατή συμμετοχή του κράτους στις δαπάνες λειτουργίας των όποιων διαθέσιμων υποδομών. Πολύ περισσότερο, η ζωντανή εργασία αντιμετωπίζεται από το κεφάλαιο στον καιρό της κρίσης ως «αδρανές κεφάλαιο», με ό,τι σημαίνει κάτι τέτοιο για το «ενδιαφέρον» στην αναπαραγωγή του.
Σε κάθε περίπτωση, ο λαός θα κληθεί ακόμα μια φορά να υπερασπιστεί κάτι που δικαιωματικά του ανήκει: το δικαίωμα στη ζωή στην πιο θεμελιώδη του μορφή, αυτή της περίθαλψης. Ο αγώνας για ΠΛΗΡΗ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ είναι και αυτός που θα διαμορφώσει το τοπίο εντέλει. Η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα μπορούν και πρέπει να δουν αυτόν τον αγώνα ως ζωτική τους ανάγκη. Οι αριστερές και ταξικές δυνάμεις οφείλουν να πρωτοστατήσουν σ’ αυτή την πάλη μέσα από την κοινή τους δράση. Οι προκλήσεις είναι μπροστά μας και φροντίζει γι’ αυτές το σύστημα. Ας ανταποκριθούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.