Κε Υπουργέ,
Για πολλά χρόνια τώρα, ως εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία, βιώνουμε την απαξίωσή τους αλλά και την απαξίωση γενικότερα του δημόσιου συστήματος υγείας στην πράξη. Τα διαχειριστικού τύπου μέτρα που κατά καιρούς εφαρμόζονται, αποσπασματικά και εμβαλωματικά, δεν κατάφεραν μέχρι σήμερα να αναπτύξουν τις νοσοκομειακές μονάδες στο επιθυμητό και αναγκαίο υψηλό επίπεδο. Αντίθετα οδήγησαν, ιδιαίτερα τα νοσοκομεία της «επαρχίας», στο κλείσιμο ή στα όρια αναστολής λειτουργίας τους ζωτικά τμήματα και κλινικές, επιδείνωσαν πέραν των ορίων ασφαλείας τις εργασιακές συνθήκες του προσωπικού. Η αντανάκλαση αυτής της κατάστασης είναι ήδη φανερή στην οικονομική επιβάρυνση των πολιτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα στην υγεία τους, φοβόμαστε όμως ότι θα γίνει πλέον εμφανής και στην ποιότητα και αποτελεσματικότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, εφ’ όσον συνεχιστεί η πολιτική που ως κέντρο της έχει μόνο την οικονομία της υγείας και όχι τον άνθρωπο και τις ανάγκες του.
Ασφαλώς, το οξύ θέμα που απασχολεί αυτή την περίοδο τους νοσοκομειακούς γιατρούς είναι το εφημεριακό και μισθολογικό. Η Ενωσή μας συμφωνεί κατ’ αρχή με τις αποφάσεις της ΟΕΝΓΕ και τις στηρίζει, θεωρώντας ότι αποτελούν την έναρξη λύσης όχι μόνο των στενών εργασιακών αιτημάτων μας – το δίκαιο των οποίων και σεις επανειλημμένα έχετε αναγνωρίσει- αλλά και χρονίων ασθενειών του Συστήματος Υγείας.
Ειδικότερα, για την περιοχή μας, η οποία διαθέτει δύο μεγάλα νοσοκομεία στο Νομό Ιωαννίνων (Πανεπιστημιακό και ΓΝ «Χατζηκώνστα» με τα Κέντρα Υγείας του Νομού) και τέσσερα νομαρχιακά (Αρτας, Πρέβεζας, Φιλιατών και Λευκάδας με τα αντίστοιχα Κέντρα Υγείας και Πολυϊατρεία), η υποστελέχωσή τους δημιουργεί σοβαρά προβλήματα και στην καθημερινή τους λειτουργία. Ακραία παραδείγματα, αλλά όχι μοναδικά είναι η Παθολογική Κλινική του Νοσ. Φιλιατών, το Αναισθησιολογικό Τμήμα και η Ουρολογική Κλινική του Νοσ. Πρέβεζας, το Ακτινολογικό Τμήμα του Νοσ. Λευκάδας , το ΚΥ Πάργας κα. Τμήματα με γιατρούς που καλύπτουν 15 ή 20 ημέρες εφημερίας, που δεν έχουν λάβει ούτε την κανονική τους άδεια του 2007, πιθανότατα θα οδηγηθούν σε κλείσιμο από τις αρχές του καλοκαιριού αν δεν παρθούν επείγοντα μέτρα.
Θεωρούμε ως ελάχιστο μέτρο, που απαιτείται άμεσα να υλοποιηθεί, την άμεση προκήρυξη όλων των κενών οργανικών θέσεων και την πλήρωσή τους εντός του 2008. Εάν δε, λάβουμε υπ’ όψη μας ότι σήμερα ο χρόνος που μεσολαβεί από την προκήρυξη έως την κρίση της θέσης είναι περίπου 1,5 έτος είναι προφανής η ανάγκη δημιουργίας περισσότερων συμβουλίων κρίσης ανά νομό. Ασφαλώς και πιστεύουμε ότι για να αρχίσει η λύση της εφαρμογής των ωραρίων εργασίας των νοσοκομειακών γιατρών το 2009, οι προσλήψεις των 4500 γιατρών που έχετε ανακοινώσει πρέπει λογικά να αρχίσουν το 2008 και να ολοκληρωθούν τους πρώτους μήνες του 2009.
Εκφράζουμε την αντίθεσή μας στην καθιέρωση, με οποιοδήποτε τρόπο, του επιδόματος εφημερίας. Γιατί (α) υπονομεύει την έννοια της υπερωριακής απασχόλησης για τις 4 ή 6 εφημερίες το μήνα, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει στο μέλλον, παρά τις δικές σας προθέσεις, σε ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας, και (β) εξομοιώνει τις ενεργές εφημερίες με το ισόποσο των εφημεριών ετοιμότητας, διατηρώντας το σημερινό απαράδεκτο καθεστώς εφημερίας με «λογιστικά» κριτήρια, ιδιαίτερα στα μικρότερα υποστελεχωμένα νοσοκομεία. Ειδικά, για όσους γιατρούς εργάζονται σήμερα υπ’ αυτές τις συνθήκες, η ρύθμιση που προτείνετε θα οδηγήσει σε μείωση των αποδοχών τους, χωρίς ουσιαστική διαφορά στις συνθήκες εργασίας τους.
Πιστεύουμε ότι παλαιότερες δεσμεύσεις σας, όπως το αφορολόγητο του επιδόματος βιβλιοθήκης και η εξέλιξη έως το βαθμό του Διευθυντή μέσα στο ΕΣΥ, δεν πρέπει να συνδέονται με την κλαδική συμφωνία για τις συνθήκες εργασίας και την εφαρμογή του μέγιστου χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας, γιατί δίνεται η εντύπωση ότι χρησιμοποιούνται εκβιαστικά.
Η δημιουργία ανεξάρτητων τμημάτων ΤΕΠ με το δικό τους εξειδικευμένο προσωπικό και την 24ωρη λειτουργία τους είναι πλέον σήμερα αδήριτη ανάγκη, τόσο για την ουσιαστική αναβάθμιση των επειγόντως παρεχομένων υπηρεσιών υγείας, όσο και για τον γενικότερο εξορθολογισμό και εξυγίανση της λειτουργίας των μεγάλων κυρίως νοσοκομείων, δεδομένου ότι τα ΤΕΠ σήμερα αποτελούν συχνά την κερκόπορτα εισαγωγής στο νοσοκομείο εκτός λίστας αναμονής.
Η ανάπτυξη ενός δημόσιου συστήματος πρωτοβάθμιας περίθαλψης, ανάμεσα σε άλλα, θα πρέπει να προβλέπει και την ανακούφιση των νοσοκομειακών μονάδων από το έργο αυτό, πλην ίσως κάποιων εξειδικευμένων επιστημονικά τακτικών ιατρείων.
Ιδιαίτερα, θα θέλαμε να τονίσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ειδικευόμενοι ιατροί, που λόγω της γενικότερης έλλειψης προσωπικού και του ακόμα χαμηλού επιπέδου μηχανοργάνωσης των νοσοκομείων χρησιμοποιούνται ως τραυματιοφορείς, ως ταχυδρόμοι για τη συλλογή των αποτελεσμάτων των εξετάσεων, ως γραμματείς στις κλινικές και ως παρασκευαστές για τις αιμοληψίες. Παράλληλα, τα όποια εκπαιδευτικά προγράμματα που υφίστανται από το ΚΕΣΥ δεν ελέγχονται ως προς την εφαρμογή τους. Οντας, ο «τελευταίος τροχός της αμάξης» αντιμετωπίζονται από τις Διοικήσεις πολλές φορές σαν οι άνθρωποι για όλες τις δουλιές. Αποκορύφωμα, η απαξιωτική και αυταρχική συμπεριφορά του Διοικητή του Νοσοκομείου Χατζηκώνστα που καλεί ειδικευόμενους σε απολογία γιατί δεν πραγματοποίησαν τις αιμοληψίες στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία του Νοσοκομείου τη στιγμή που οι Διευθυντές των κλινικών που ανήκουν δεν τους έδωσαν την άδεια να απομακρυνθούν από τη δραστηριότητα της κλινικής.
Ειδικά προβλήματα υφίστανται στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, όπως άλλωστε σε όλα τα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία. Οσον αφορά την ανάπτυξη και την ποιότητα των υπηρεσιών παροχής υγείας στον πληθυσμό της περιοχής πιστεύουμε ότι η ευθύνη ανήκει κατά κύριο λόγο, αν όχι αποκλειστικά, στο Υπουργείο Υγείας. Με το υφιστάμενο σήμερα νομικό καθεστώς, το οποίο θεωρούμε ότι είναι ανεπαρκές και αντιφατικό, τομείς όπως πχ η Παιδοχειρουργική, με αποτέλεσμα τη μετάβαση σημαντικού αριθμού ασθενών μαζί με τις οικογένειές τους σε νοσοκομεία του κέντρου. Το ίδιο αυτό καθεστώς προκαλεί καθημερινά προβλήματα δυσλειτουργίας του νοσοκομείου, στο όνομα του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου του Πανεπιστημίου και της αυτοτέλειάς του. Οι γιατροί του ΕΣΥ, ενώ ανήκουν στο Υπουργείο Υγείας, ευρίσκονται υπό τη διεύθυνση Πανεπιστημιακών γιατρών, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη διακλαδικών αντιθέσεων. Πιστεύουμε, ότι σε αυτόν τον τομέα απαιτείται εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας άμεσα, ώστε οι Πανεπιστημιακοί γιατροί, που εργάζονται στα νοσοκομεία, άμεσα να ενταχθούν οργανικά σε αυτά, απολαμβάνοντας τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους υπόλοιπους γιατρούς του νοσοκομείου. Ανεξάρτητα, δε, από τη σύνθεση των κλινικών που λειτουργούν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο (αμιγώς από πανεπιστημιακούς γιατρούς ή ΕΣίτες, μικτά τμήματα) είναι αναγκαία η αντιστοίχηση των βαθμίδων όσον αφορά την διοικητική ιεραρχία μέσα στο νοσοκομείο.
Θα θέλαμε να κάνουμε ιδιαίτερη μνεία στη συμπεριφορά του Διοικητή του Νοσοκομείου Πρέβεζας. Επανειλημμένα, και παρά τις αντιδράσεις μας, η συμπεριφορά του είναι αναξιοπρεπής προς το ιατρικό προσωπικό, ακόμη και προς τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου, επεμβαίνει σε επιστημονικά θέματα, υποδεικνύοντας στους γιατρούς τις πράξεις τους, ενώ σύμφωνα με τις καταγγελίες του χειρουργικού τομέα του νοσοκομείου προχωρεί σε ρυθμίσεις για θέματα που το νοσοκομείο έχει επιλύσει από ετών, -όπως πχ οι διακομιδές- θέτοντας σε κίνδυνο τις ζωές ασθενών και αποδιοργανώνοντας τη λειτουργία τμημάτων που έχουν φθάσει στα όριά τους. Πιστεύουμε ότι τέτοια άτομα δεν έχουν θέση σε τέτοιες σημαντικές διοικητικές θέσεις.
Κε Υπουργέ,
Η Ενωση Ιατρών Νοσοκομείων Ηπείρου, από την ίδρυσή της, αγωνίζεται για ένα δημόσιο σύστημα υγείας που θα προσφέρει δωρεάν, υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας σε όλους, χωρίς διακρίσεις τους πολίτες. Κι αυτό γιατί θεωρούμε την υγεία σαν κοινωνικό αγαθό και όχι εμπορικό προϊόν. Με αυτά τα κριτήρια σας εκθέσαμε τις απόψεις μας, με αυτά τα κριτήρια ζητούμε και την γενναία χρηματοδότηση του συστήματος υγείας από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε αυτά τα θέματα μαζί σας, εφ’ όσον και εσείς το επιθυμείτε.
Με τιμή
Για το ΔΣ της ΕΙΝΗ
Ο πρόεδρος Η Γ.Γραμματέας
Π.Νικολόπουλος Μ.Κιτσανού